Ὁ Ὅσιος Ξενοφῶν ἔζησε κατὰ τὰ τέλη τοῦ 10ου αἰῶνος μ.Χ. καὶ ἀσκήτεψε στὸ Ἅγιον Ὄρος. Καταγόταν ἀπὸ περιφανὴ καὶ πλούσια οἰκογένεια καὶ εἶχε σπουδαία μόρφωση. Ὑπῆρξε σύγχρονος τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ Ἀθωνίτου, τοῦ δομήτορος τῆς Μεγίστης Λαύρας, στὸ δὲ βίο του μαρτυρεῖται ὅτι ὁ Ὅσιος Ἀθανάσιος θεράπευσε τὸν ἀδελφὸ τοῦ Ὁσίου Ξενοφῶντος, Θεόδωρο, ὁ ὁποῖος ἔπασχε ἀπὸ τὴν ἀνίατη νόσο τοῦ καρκίνου.
Ὅταν ἦλθε ὁ Ὅσιος Ξενοφῶν στὸν χῶρο ὅπου σήμερα ὑπάρχει ἡ ἐπ’ ὀνόματί του φερομένη μονή, βρῆκε κατὰ τὴν παράδοση μικρὸ ναΐσκο τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου τοῦ Μυροβλύτου καὶ τὴ θαυματουργὴ εἰκόνα τοῦ Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου. Ἡ εἰκόνα αὐτὴ βρισκόταν στὴν Κωνσταντινούπολη κατὰ τὴν περίοδο τῆς εἰκονομαχίας, ὅταν οἱ ἅγιες εἰκόνες κατακαίγονταν ἀπὸ τοὺς ἀσεβεῖς καὶ αἱρετικούς. Τότε ἡ Ἁγία αὐτὴ εἰκόνα, μαζὶ μὲ ἄλλες, ρίχθηκε στὴ φωτιά. Ἀλλά, ὢ τοῦ θαύματος!, ἡ φωτιὰ σβήστηκε καὶ ἡ εἰκόνα βρέθηκε σῶα καὶ ἀβλαβὴς πρὸς καταισχύνην τῶν ἀσεβῶν. Τότε ἕνας ἀπὸ αὐτούς, ὁ θρασύτερος καὶ τολμηρότερος ἀπὸ ὅλους, ἀφοῦ ἔλαβε μάχαιρα χτύπησε τὴν μορφὴ τοῦ Ἁγίου στὸν πώγωνα καὶ ἀμέσως τὸ αἷμα ποὺ ἔτρεξε ἀπὸ τὴν πληγὴ παρέστησε τὸν Ἅγιο ζωντανὸ καὶ θαυμαστό, νὰ ἐλέγχει δὲ τρανῶς τὴν πλάνη τῶν αἱρετικῶν. Αὐτὸ δέ, φαίνεται μέχρι σήμερα.
Μετὰ ἀπὸ ὅτι συνέβη, οἱ ἀσεβεῖς ἐκεῖνοι ἄνθρωποι τράπηκαν σὲ φυγή. Ἕνας δὲ εὐσεβὴς καὶ φιλόθεος Χριστιανὸς πῆρε τὴν εἰκόνα μὲ φόβο καὶ εὐλάβεια καὶ τὴν ἔφερε στὴν παραλία. Ἐκεῖ, ἀφοῦ προσευχήθηκε θερμὰ στὸν Πανάγαθο Θεό, γιὰ νὰ διασώσει τὴν εἰκόνα, τὴν ἔριξε στὴ θάλασσα. Ἔτσι ἡ εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Γεωργίου ἔφθασε στὴ μονὴ Ξενοφῶντος, γιὰ νὰ καταστεῖ στήριγμα καὶ παρηγοριὰ τῶν μοναστῶν, ὁροθέτης καὶ φύλακας τοῦ εὐλογημένου ἐκείνου τόπου.
Ὅταν ὁ Ὅσιος Ξενοφῶν εἶδε τὴν ἁγία εἰκόνα καὶ ἔμαθε περὶ τῆς παραδόξου ἐπελεύσεως αὐτῆς διὰ τῆς θαλάσσης, ἀνήγειρε μὲ δικά του ἔξοδα καὶ πολὺ κόπο νέα μεγαλοπρεπέστατη μονή, τὴν ὁποία ἀφιέρωσε στὸν Μεγαλομάρτυρα Γεώργιο τον Τροπαιοφόρο καὶ κατέστησε αὐτὴν ἀρετῆς φροντιστήριο, ἀσκήσεως γυμναστήριο, ὑπακοῆς καὶ ταπεινοφροσύνης θεῖο ἐνδιαίτημα, σωφροσύνης κατοικητήριο, μάλιστα δὲ ἐλεημοσύνης καὶ ἀγάπης οἶκο.
Ὁ Ὅσιος διὰ τῆς διακρίσεως καὶ τῆς πλήρους ἀγάπης καρδίας αὐτοῦ, ἐφείλκυε πάνω του τὴ Χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Γι’ αὐτὸ τὸν βλέπουμε νὰ ἔρχεται εἰρηνοποιὸς στὶς διενέξεις καὶ στὶς προστριβὲς μεταξὺ ὁρισμένων μονῶν τοῦ Ἄθω, ποὺ συνέβησαν κατὰ τὶς ἀρχὲς τοῦ 11ου αἰῶνος μ.Χ., μὲ ἀφορμὴ ἐδαφικὲς διαφορὲς καὶ καταπατήσεις, στὶς ὁποῖες ἔδινε τὴ λύση ἐπιτυγχάνοντας τὴν ἐφαρμογὴ τοῦ δικαίου καὶ τὴν τακτοποίηση ὅλων τῶν ἐνδιαφερομένων πλευρῶν. Βρίσκουμε δὲ καὶ τὶς περίφημες «ἀσφάλειες» αὐτοῦ, δηλαδὴ τὰ συμβόλαια ἢ συμφωνητικά, στὰ ὁποῖα καὶ σκιαγραφεῖται γλαφυρὰ τὸ σοφότατο τοῦ νοῦ του, τὸ πραότατο τῆς καρδιᾶς του, τὸ εἰρηνοποιὸ τῆς διαθέσεώς του, τὸ δικαιότατο τῆς γνώμης του, ἡ πλούσια καὶ βαθύτατη μόρφωση καὶ καλλιέργειά του. Καὶ ἀπὸ ὅλους τοὺς πατέρες ἀπεκλήθη «ὁ δίκαιος». Ὁ Ὅσιος Ξενοφῶν, περὶ τὸ τέλος τοῦ βίου του, παραιτήθηκε ἀπὸ τὴν ἡγουμενία ὑπὲρ τοῦ ἀδελφοῦ του Θεοδώρου καὶ ἐφησύχαζε ἀναμένοντας εἰρηνικὰ τὴν ὥρα τῆς ἐκδημίας του πρὸς τὸν Κύριο. Ὁ Κύριος τὸν ἀνέπαυσε μὲ εἰρήνη μεταξὺ τῶν ἐτῶν 1018 – 1035.
|