Περὶ τὰ τρία χιλιόμετρα βορειοανατολικὰ τοῦ χωρίου Σιᾶς τῆς ἐπαρχίας Λευκωσίας πρὸς τὸ χωρίον Ἀλάμπρα, εὑρίσκεται μιὰ ἐρειπωμένη ἐκκλησία πλησίον χειμάῤῥου, ἡ ὁποία λέγεται Ἅϊ Γιάννης (Ἅγιος Ἰωάννης). Βορειοτέρα αὐτῆς τῆς ἐρειπωμένης ἐκκλησίας ἔχει κτισθεῖ τελευταίως καινούργια ἐκκλησία πάλιν τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου. Οἱ κάτοικοι τὴν ἀφιέρωσαν στὸν Ἅγιον Ἰωάννην τὸν Θεολόγον.
Ἡ ἀρχικὴ ὅμως ἐκκλησία ποὺ ἐκτίσθηκεν κάποτε στὸν τόπον τῆς ἐρειπωμένης ἐκκλησίας, ἐκτίσθηκεν ἐπ’ ὀνόματι τοπικοῦ ἁγίου, τοῦ Ὁσίου Ἰωάννου. Γκρεμισθεῖσα ὅμως σὺν τῷ χρόνῳ οἱ κάτοικοι τῶν γύρω χωριῶν ἔκτισαν αὐτὴν ποὺ σῴζεται ἐρειπωμένη μέχρι σήμερα. Φαίνεται ὅτι εἶναι κτίσμα τοῦ περασμένου αἰῶνος, διότι στὴν μέση φέρει καμάραν καὶ στὸ ταβάνι τοποθετήθηκαν καλάμια πρὶν τὸ τελικὸ σκέπασμα τῆς ὀροφῆς μὲ κεραμίδια. Πρὸς τὸ Ἱερὸν στὰ ἀριστερὰ ὑπάρχει ἡμικύκλιον κτίσιμο, ποὺ πιθανὸν νὰ ὑπῆρχαν κάποτε τὰ λείψανα τοῦ τοπικοῦ αὐτοῦ ὁσίου τὰ ὁποία ἐφυλάσσοντο ἐκεῖ καὶ τὰ προσκυνοῦσαν οἱ πιστοί.
Ἐπ᾿ ὀνόματι λοιπὸν τοπικοῦ ἁγίου ἐκτίσθη ἡ πρώτη ἐκκλησία καὶ ὑπάρχουν οἱ ἑξῆς μαρτυρίες καὶ ἀποδείξεις: Στὰ ἀνατολικὰ τῆς ἐκκλησίας περὶ τὰ δέκα μέτρα, ὑπάρχει λαξευτὴ σπηλιὰ ἐντὸς βράχου, πλησίον τοῦ μικροῦ χειμάῤῥου στὰ ἀριστερὰ ποὺ εἶναι κτισμένη καὶ ἡ παλαιὰ ἐκκλησία. Μέσα στὴν μικρὴν αὐτὴν σπηλιὰ ποὺ εἶναι σὰν καταφύγιον, στὰ ἀριστερὰ της, ὑπάρχει πεζοῦλα ποὺ ἐχρησιμοποιεῖτο ὑπὸ τοῦ οἰκήτορός της ἀσκητοῦ σὰν κρεβάτι, λαξευμένο στὴν πέτρα. Στὰ δεξιὰ τῆς σπηλιᾶς ὑπάρχει στενόμακρον μικρὸν λαξευμένον κάθισμα. Οἱ διαστάσεις τῆς μικρῆς αὐτῆς σπηλιᾶς εἶναι 1,50 ὕψος, 1,90 πλάτος καὶ 2,05 μῆκος. Τὴν ἐχρησιμοποιοῦσεν ὁ Ἀσκητὴς Ἰωάννης σὰν καταφύγιον καὶ προστασίαν ἀπὸ τίς βροχὲς καὶ κυρίως ἐκεῖ κατέφευγε τὸν καιρὸ τοῦ χειμῶνος.
Δευτέρα ἀπόδειξις ὅτι ἐπρόκειτο περὶ τοπικοῦ ἀσκητῆ εἶναι καὶ ἡ εὑρισκομένη ἐντὸς τῆς σπηλιᾶς παλαιὰ εἰκόνα κάποιου Ὁσίου Ἰωάννου, ποὺ εἶναι ἀρκετὰ κατεστραμμένη καὶ τὸ ἐπίθετον τοῦ Ἁγίου εἶναι δυσανάγνωστον, ἐπειδὴ ἔπεσαν φλοῦδες ἀπὸ τὸ θεμέλιον τῆς εἰκόνος. Τὸ ὄνομα τοῦ Ἁγίου στὴν εἰκόνα εἶναι γραμμένο τοιουτοτρόπως: Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σ .. A ... ΤΗΣ. Ἐκεῖ ποὺ εἶναι τὰ γράμματα τῆς ἐπωνυμίας τοῦ Ἁγίου διεφθάρηκε τὸ θεμέλιον. Στὸ εἰλητάριον ποὺ κρατεῖ ὁ Ὅσιος ἀναγράφεται: «Ἡ ἐλπὶς μου ὁ Πατήρ, καταφυγὴ μου ὁ Υἱός, σκέπη μου τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον». Ἡ εἰκόνα μπορεῖ νὰ χρονολογηθεῖ ὡς ζωγραφιθεῖσα κατὰ τὸ πρῶτον ἥμισυ τοῦ ιθ’ (δεκάτου ἐννάτου) αἰῶνος καὶ εἶναι ἔργον τοῦ ζωγράφου Παρθενίου (1808 – 1848).
Τρίτη ἀπόδειξις εἶναι τὰ θαύματα ποὺ ἔδειξεν τελευταίως ὁ Ἅγιος. Διότι τὸ δεύτερον ἀπὸ τὰ θαύματα ποὺ γράφονται κατωτέρω, ὅπως τὸ διηγήθηκεν ὁ θεραπευθεὶς φανερώνει τοπικὸν ἅγιον, ἀσκητήν.
Τὰ θαύματα τοῦ Ἁγίου
α) Ὁ Ἅγιος ἐθεράπευσε δεκαπεντάχρονον παιδὶ ἀπὸ τὸν Κόρνον, τὸ ὁποῖον ἔπασχε ἀπὸ λευχαιμίαν, ὅταν προσέτρεξαν οἱ γονεῖς του πρὸς τὸν Ἅγιον ζητοῦντες τὴν βοήθειάν του.
β) Νέος ἀπὸ τὰ Κοκκινοχώρια, ὁ ὁποῖος ἔπεσεν ἀπὸ σκαλωσιὰν – κατ’ ἄλλους ἀπὸ ἀσανσὲρ (ἀναβατόριον) ὅταν τὸ ἐπιδιόρθωνεν – ἔμεινε παράλυτος ἐξ αἰτίας βλάβης τῆς σπονδυλικῆς του στήλης. Ἀκολούθως εἶδε τὸν Ἅγιον στὸν ὕπνον του καὶ τοῦ εἶπεν: Ἔλα στὸ σπήλαιόν μου καὶ ξάπλωσε στὸ κρεβάτι μου καὶ θὰ ἰατρευθεῖς.
Καὶ ἔτσι πῆγε στὴν Σιὰ καὶ ἀφοῦ προσκύνησε στὴν ἐκκλησίαν τοῦ Ἁγίου, ἀκολούθως πῆγε στὸ σπήλαιον καὶ ὅταν ἑξάπλωσε στὸ πέτρινον κρεβάτι τοῦ Ὁσίου καὶ ἐπικαλέσθηκεν τὴν βοήθειάν του, σηκώθηκεν ὑγιής, δοξάζοντας τὸν Θεὸν καὶ εὐχαριστῶντας τὸν Ἅγιον.
γ) Κάποιος χριστιανὸς ἐκ Λυμπιῶν, ἔπαθε δυστύχημα στὸν παλαιὸν δρόμον Μοσφιλωτὴς – Ἀλάμπρας κοντὰ στὸ γεφύρι ποὺ ὁδηγεῖ ὁ δρόμος στὴν ἐκκλησίαν τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου. Εἶχε μαζὶ του καὶ τὰ δύο του μωρὰ (βρέφη) τὰ ὁποῖα ἔπαθαν κατάγματα καὶ εὐρίσκονταν σὲ ἀσχήμην κατάστασιν.
Εἶδε τὴν ὥρα τοῦ δυστυχήματος ἔναν λαμπερὸν γέροντα μὲ λευκὴν στολὴν ποὺ ἅρπαξε τὰ δύο του παιδιὰ καὶ τὰ σήκωσε πάνω καὶ ἔτσι δὲν ἔπαθαν περισσοτέρην βλάβην. Καὶ μετὰ ἔμαθεν ὅτι ἐκεῖ κοντὰ εὑρίσκεται ἡ ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου, ὅπου ἐπῆγε καὶ προσκύνησε καὶ ἀκολούθως ἐπῆγε καὶ εἶδε καὶ τὸ σπήλαιόν του.
Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ἦταν ἔνας ἀπὸ τοὺς Τριακοσίους ξένους Ἁγίους ποὺ ἑκατοίκησαν στὸ νησί. Ἐλάξευσεν ὅπως φαίνεται τὸ σπήλαιόν του ἔτσι μικρόν, ὅσο γιὰ νὰ τὸν χωράει νὰ ξαπλώνει στὴν ἐπὶ τῆς πέτρας λαξευμένην κλίνην του. Τὸ πιθανότερον ὁ τοπικὸς αὐτὸς Ἅγιος, νὰ εἶναι ὁ Ὅσιος Ἰωάννης, ὁ ἕνας ἀπὸ τοὺς πέντε Ὁσίους ποὺ ἀναφέρει ὁ χρονογράφος Ἀρχιμανδρίτης Κυπριανὸς οἱ ὁποῖοι ἀσκήτευσαν στὴν περιφέρειαν Λυθροδόντα (Ἰωσήφ, Φράσῃς, Εὐτύχιος, Θέλθας, καὶ Ἰωάννης) καὶ εἶναι ἀπὸ τοὺς ξένους ὅπου ἐκατοίκησαν εἰς τὴν Νῆσον, καθὼς ἀναφέρει. Ἡ μνήμη τοῦ Ὁσίου Ἰωάννου τιμᾶται μὲ Λειτουργίαν ποὺ γίνεται στὴν νέαν ἐκκλησίαν τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου στὶς 26 τοῦ μηνὸς Σεπτεμβρίου.
|