ΜΕΓΑΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού,Ελέησόν με τον αμαρτωλόν





  • banner

  • banner

  • banner


Ἡ Ἁγία Μαρκέλλα ἡ Παρθενομάρτυς ἡ Χιλιοπολίτιδα

Ημ. Εορτής: 22 Ιουλίου
Ημ. Γέννησης:
Ημ. Κοιμήσεως:
Ημ. Ανακομιδής Λειψάνων:
Πολιούχος: Χίου
Λοιπές πληροφορίες:
Εορταζόμενο όνομα: Μαρκέλλα

Σχετικά μέ τόν χρόνο πού ἔζησε ἡ Ἁγία Μαρκέλλα, ὑπάρχει διαφωνία τῶν ἱστορικῶν. Ἄλλοι τόν τοποθετοῦν στά πρῶτα χρόνια μετά τήν διάδοση τοῦ Χριστιανισμοῦ στήν Χίο, ἄλλοι περί τά μέσα τῆς δεύτερης χιλιετηρίδας μ.Χ., ἐνῶ ἄλλοι θεωροῦν ἄγνωστο τόν χρόνο τοῦ μαρτυρίου. Τό Ρωμαϊκό ὄνομα τῆς Ἁγίας, οἱ εἰδωλολατρικές πεποιθήσεις τοῦ πατέρα της ἡ χρήση τοῦ τόξου καί, γενικά, ὅλη ἡ εἰκόνα τοῦ μαρτυρίου εἶναι στοιχεῖα ἐκεῖνα πού μᾶς παραπέμπουν στήν χρονική τοποθέτηση τοῦ μαρτυρίου στήν περίοδο τῶν διωγμῶν, κατά τόν Γ’ μέ Δ’ αἰῶνα μ.Χ. Σ’ αὐτά, ὁ Κωνσταντῖνος Σγουρός προσθέτει τήν ἀντίθεση τῶν γεγονότων τοῦ μαρτυρίου τῆς Ἁγίας, μέ τήν ἡμερότητα τῶν ἠθῶν καί τήν αὐστηρή τάξη τῆς ἐξουσίας τῶν Ἰουστινιανῶν στή Χίο.

Γι’ αὐτό ἁγιολόγοι καί ἱστορικο΄θ τοποθετοῦν τό μαρτύριο τῆς Ἁγίας Μαρκέλλας σέ μεταγενέστερα χρόνια, περί το 1500. Ὡς ἐνισχυτικό στοιχεῖο τῆς ἀνωτέρω ἀπόψεως θεωρεῖται τό γεγονός, ὅτι καμμιά ἀπολύτως μαρτυρία ἤ πληροφορία γιά τό πρόσωπο τῆς Ἁγίας Μαρκέλλας δέν ὑπάρχει στίς πηγές, πού διασώζονται πρίς τό 1500.

Σύμφωνα μέ τήν ἐπικρατέστερη παράδοση, τά γεγονότα, πού ἔχουν σχέση μέ τήν ζωή καί τό μαρτύριο τῆς Ἁγίας, ἔχουν ὡς ἑξῆς:

Ἡ Ἁγία Μαρκέλλα γεννήθηκε καί μεγάλωσε στήν Βολισσό, τό μεγαλύτερο χωριό τῆς βορειοδυτικῆς Χίου, τό ὁποῖο γνώρισε, ἰδιαίτερα κατά τό παρελθόν, μεγάλη ἀκμή, οἱ δέ ρίζες του χάνονται στά βάθη τῶν αἰώνων. Ὁ πατέρας της ἦταν, πιθανότατα, εἰδωλολάτρης καί ἡ μητέρα της χριστιανή. Ἄλλοι ἱστορικοί πιστεύουν, ὅτι καί οἱ δύο γονεῖς της ἦταν εἰδωλολάτρες, ἤ ὅτι καί οἱ δύο ἦταν χριστιανοί, ἀνάλογα μέ τήν ἄποψη τοῦ καθενός, γιά τόν χρόνο πού διέλαμψε ἡ Ἁγία.

Ἡ μητέρα της, πάντως, ἀπέθανε σέ νεαρή ἡλικία καί ἄφησε τήν μικρή Μαρκέλλα ὀρφανή, τήν δέ ἐπιμέλεια τῆς ἀνατροφῆς της στά χέρια τοῦ γεωργοῦ ἤ κουρσάρου πατέρα της. Παρά τήν ὀρφάνια της καί τήν ἀνατροφή της ἀπό ἕναν ἀναίσχυντο, ὅπως ἀποκαλύφθηκε, πατέρα, ἡ Ἁγία Μαρκέλλα καθημερινά προέκοπτε στήν σοφία, τήν ἀρετή καί τήν τελειότητα.

Ἡ ἀνάγνωση καί ἡ μελέτη τῶν Ἁγίων Γραφῶν, ἡ ἀγάπη της πρός τόν Θεό καί τούς ἀνθρώπους, ἡ ἀγαθή της προαίρεση, ἡ τήρηση τοῦ θεϊκοῦ θελήματος, ἡ καλωσύνη της, ἡ ἁγνότητά της καί τά ἄλλα της χαρίσματα, τῆς προσδίδουν ἕνα πνευματικό καί ἠθικό κᾶλλος, πού ἀκτινοβολεῖ στήν περιοχή τῆς Βολισσοῦ. Ἡ ἐπικοινωνία της μέ τόν Θεό, μέσῳ τῆς προσευχῆς, καί ἡ βαθειά χριστιανική πίστη της, τήν ἐξοπλίζουν μέ τό ψυχικό ἐκεῖνο σθένος, μέ τό ὁποῖο θά ἀντιμετωπίσει τήν ἐπερχόμενη λαίλαπα.

Καί ἡ λαίλαπα αὐτή δέν ἄργησε νά ξεσπάσει. Τίς ἀρετές καί τά χαρίσματα τῆς χριστιανικῆς κόρης φθόνησε, κατά τόν Ἅγιο Νικηφόρο τόν Χῖο, ὁ μισόκαλος καί κοινός ἐχθρός τῆς τῶν ἀνθρώπων σωτηρίας, πού χρησιμοποιεῖ ὡς ὄργανο τῶν μηχανορραφιῶν του τόν πατέρα τῆς Ἁγίας. Τοῦ διεγείρει, λοιπόν τούς ἀκόλαστους πόθους του καί προκαλεῖ τήν ἐπιθυμία νά ἀφαιρέσει αὐτός ὁ ἴδιος, μέ ἀσελγῆ ἔρωτα, τήν τίμή τῆς κόρης του.

Ἡ Μαρκέλλα, πού βρίσκεται πιά στό ἄνθος τῆς νεότητάς της, σέ ἡλικία 18 χρόνων, ὅταν διαπιστώνει τόν ἀναίσχυντο καί φαυλόβιο χαρακτῆρα τοῦ σαρκολάτρη πατέρα της καί συνειδητοποιεῖ τί σχεδιάζει τό σκοτισμένο μυαλό τοῦ ἀνθρώπου πού τήν γέννησε καί τήν ἀνέθρεψε, δέν ἀντιμετωπίζει διλήμματα, γιά τόν δρόμο πού πρέπει νά ἀκολουθήσει. Μένει βράχος ἀκλόνητος καί ἐγκαταλείπει, χωρίς χρονοτριβή, τό πατρικό σπίτι. Ὁ πατέρας της, μέ περισσότερη ορμή, πραγματικό ἀνήμερο θηρίο, ξεχύνεται κι αὐτός στά βουνά, γιά νά κατασπαράξει τό κορίτσι του.

Ἔντρομη ἡ Ἁγία Μαρκέλλα, καθώς τόν ἀντικρύζει ἀπό μακρυά νά τήν ἀναζητεῖ, τρέχει νά κρυφτεῖ καί βρίσκει καταφύγιο μέσα σέ μεγάλη βάτο, ἐκεῖ πού βρίσκεται σήμερα ὁ περικαλλής ναός της. Ἡ βάτος θά κρύψει μέ τά πυκνά φύλλα της τήν Ἁγία ἀπό τά μάτια τοῦ ἀκόλαστου πατέρα της, ὄχι ὅμως καί ἀπό τά μάτια ἑνός βοσκοῦ, πού ἀντιλήφθηκε τήν κυνηγημένη Μαρκέλλα νά κρύβεται καί, μετά ἀπό ἐρώτηση τοῦ πατέρα της, δέν διστάζει – χωρίς νά μιλήσει – νά δείξει, μέ τό χέρι του, τήν βάτο καί νά προδώσει τόν τόπο πού κρυβόταν ἡ Ἁγία. Τό χέρι τοῦ ἀσεβοῦς βοσκοῦ ἄρχισε ἀπό τότε, κατά τήν παράδοση, νά τρέμει, κι αὐτή τήν ἀρρώστια – τιμωρία κληρονόμησα καί οἱ ἀπόγονοί του.

Μαθαίνοντας ὁ ἄθλιος πατέρας, ποῦ κρύβεται ἡ κόρη του, θέτει σέ ἐφαρμογή καινούργια σατανικά σχέδια. Βάζει φωτιά στήν βάτο, γιά νά τήν κάψει ἤ νά τήν ἐξαναγκάσει νά βγεῖ ἔξω. Βρίσκει διέξοδο ἀπό τήν ἄλλη πλευρά τῆς βάτου, καί καταφέρνει νά ξεφύγει πάλι ἀπ’ τόν πατέρα της. Ὁ πατέρας της καταλαβαίνει πώς θά εἶναι δύσκολο νά τήν ἀκολουθήσει καί νά τήν φθάσει. Δοκιμάζει, λοιπόν, νά τήν κτυπήσει, ἀπό μακριά, γιά νά μπορέσει νά τήν πλησιάσει. Ἔτσι, μέ τό τόξο του στό χέρι, παίρνει τήν ἀπόφαση καί ἐκτοξεύει ἕνα βέλος, πού σημαδεύει τήν Ἁγία καί τήν πληγώνει. Σωριάζεται στά βράχια, ἐνῶ ὁ διώκτης της πλησιάζει ἐπικίνδυνα. Ἀνήμπορη νά ἀντιδράσει σωματικά, διαθέτει, ὡστόσο, τεράστια ἀποθέματα ψυχικῆς δύναμης καί ἀκλόνητη τήν φλογερή πίστη της. Σηκώνει τά μάτια στόν οὐρανό καί τά χείλη της ψελλίζουν ἱκετεύοντας: «Κύριε, σχῖσε τόν βράχο καί κρύψε με μέσα».

Τό παράδοξο θαῦμα, πού ζήτησε, μέ τήν προσευχή της, ἡ πιστή Μαρκέλλα, δέν ἀργεῖ νά γίνει. Ἡ πέτρα σχίσθηκε καί δέχθηκε, στό ἐσωτερικό της, τό μαρτυρικό σῶμα, μάχρι τούς μαστούς. Ὁ θηριώδης πατέρας φθάνει καί αὐτός στόν τόπο τοῦ παράδοξου θαύματος. Ἀντί, ὅμως, νά συγκλονισθεῖ καί νά μετανοιώσει γιά τίς ἐνέργειές του, ὁπλίζεται μέ περισσότερη μανία καί ὀργή κατά τοῦ παιδιοῦ του, καί, ἔχοντας ξεπεράσει πιά κάθε ἠθικό φραγμό, δέν διστάζει νά γίνει θυγατροκτόνος. Μ’ ἕνα μαχαίρι κόβει τούς μαστούς τῆς Ἁγίας καί τούς πετάει στό βουνό, κι ἀμέσως μετά κόβει καί τήν πάντιμη κεφαλή της καί τήν ρίπτει στή παρακείμενη θάλασσα.

Καθώς τώρα, ἡ κεφαλή τῆς Παρθενομάρτυρος ἐπιπλέει πάνω στά κύματα, ἐκπέμπει μία ἀσυνήθιστη λάμψη. Σύμφωνα μέ τήν παράδοση, ἕνα διερχόμενο πλοῖο θά τήν παραλάβει καί θά τήν μεταφέρει στήν παλαιά Ρώμη, ὅπου καί θεωρεῖται πιθανό ὅτι βρίσκεται μέχρι καί σήμερα.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

Τῆς ἁγνείας τό ῥόδον καί τῆς Χίου τό βλάστημα, τήν ἁγίαν Μαρκέλλαν ἐν ᾠδαίς εὐφημήσωμεν· τμηθεῖσα γάρ χειρί τῇ πατρικῇ, ὡς φύλαξ ἐντολῶν τῶν τοῦ Χριστοῦ, ῥῶσιν νέμει καί κινδύνων ἀπαλλαγήν, τοῖς πρός αὐτήν κραυγάζουσι· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σέ θαυμαστώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργούντι διά σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.


Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.

Ἡ λαμπρά σου ἄθλησις, ὦ καλλιμάρτυς Μαρκέλλα, τῶν πιστῶν ἐφαίδρυνε, τάς διανοίας ἐνθέως· θάνατον, τοῦ ζῆν ἀνόμως προκρίνειν πάντας, πείθουσα· καί γάρ ἐτμήθης ξίφει τήν κάραν, σύν μαστοῖς ὑπό πατρῴας, χειρός· ὢ δρᾶμα! ὑπέρ τοῦ νόμου Χριστοῦ.


Μεγαλυνάριον.

Χλαῖναν παρθενίας πορφυραυγῆ, αἵμασιν οἰκείοις, βεβαμμένην ἀθλητικῶς, φέρουσα Μαρκέλλα, τῷ Λόγῳ ἐνυμφεύθης, τιμηθεῖσα τῇ πατρῴᾳ, χειρί ὡς πάνσεμνος.



  • banner

  • banner

  • banner