Ὁ Ὅσιος Βιτάλιος γεννήθηκε στὴν πόλη Καστρόνοβο τῆς Σικελίας κατὰ τὸν 10ο αἰώνα μ.Χ. ἀπὸ γονεῖς εὔπορους καὶ εὐσεβεῖς, τὸν Σέργιο καὶ τὴν Χρυσονίκη, οἱ ὁποῖοι φρόντισαν γιὰ τὴν κατὰ Θεὸν ἀνατροφή του καὶ τὴν παιδεία του.
Ὁ Ὅσιος ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία ἀγάπησε τὸν Χριστὸ καὶ τὴν μοναχικὴ πολιτεία, γι’ αὐτὸ καὶ ἔφυγε στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Φιλίππου στὴν Ἄγκυρα. Ἐκεῖ ἐκάρη μοναχὸς καὶ ἔλαβε τὸ ἀγγελικὸ σχῆμα ζωντας μὲ ἄσκηση καὶ προκόπτοντας στὴν ἀρετὴ ἐπὶ δεκαπέντε χρόνια.
Κατὰ τὴν διάρκεια τῶν χρόνων αὐτῶν ἐπισκέφθηκε γιὰ προσκύνημα τὴν Ρώμη, τὴν Καλαβρία καὶ ἄλλους ἱεροὺς τόπους. Τελικὰ ἐπέστρεψε στὴν Καλαβρία καὶ ἀσκήτεψε στὸ ὄρος τοῦ Λιποράχου. Ἐκεῖ συνάντησε τὸν ἀσκητὴ Ἀντώνιο καὶ ἔζησε μαζί του γιὰ λίγο χρόνο. Στὴν συνέχεια μετακινεῖται ἀπὸ ὄρος σὲ ὄρος, γιὰ νὰ καταλήξει στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Ἠλία.
Μετὰ τὴν πάροδο ἀρκετοῦ χρόνου, πηγαίνει σὲ ἕνα σπήλαιο μεταξὺ τῶν ὀρέων Τοῦρρι καὶ Ἀρμέντο. Ὁ Ὅσιος ἀγωνίζεται μέρα καὶ νύκτα προσευχόμενος καὶ φθάνει σὲ πνευματικὰ ὕψη. Ἀκόμη καὶ τὰ ἄγρια θηρία τοῦ βουνοῦ τὸν πλησιάζουν ἤρεμα, γιὰ νὰ λάβουν τὴν εὐλογία του.
Ἐκεῖ τὸν ἐπισκέπτεται καὶ ὁ Ὅσιος Λουκᾶς τοῦ Ντέμενα τῆς Σικελίας († 13 Ὀκτωβρίου), μαζὶ μὲ τὸν ὁποῖο συζητοῦν πνευματικὰ θέματα καὶ προσεύχονται.
Ἀργότερα ὁ Ὅσιος μεταβαίνει στὸ Μπάρι καὶ μαζὶ μὲ τὸν ἀνεψιό του Ἠλία καταλήγει στὸ ὄρος Τοῦρρι, ὅπου κτίζει μία ἐκκλησία. Τελικὸς σταθμὸς τοῦ Ὁσίου Βιταλίου εἶναι ἡ περιοχὴ τῆς Ράπολλα, στὴν ὁποία ἀνήγειρε μονή. Σὲ αὐτὴν διῆλθε τὸ ὑπόλοιπο τοῦ ἀσκητικοῦ βίου του, συγκεντρώνοντας γύρω του πλῆθος μοναχῶν.
Ὁ Ὅσιος Βιτάλιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 994 μ.Χ.
|