Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Εὐλόγιος γεννήθηκε στὴν πόλη Κορδούη τῆς Ἱσπανίας κατὰ τὸν 8ο αἰώνα μ.Χ. ἀπὸ εὐσεβὴ καὶ ἀριστοκρατικὴ οἰκογένεια. Ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία ἀνατράφηκε μὲ τὰ νάματα τῆς χριστιανικῆς πίστεως.
Τὰ χρόνια ὅμως ἐκεῖνα ἦταν δύσκολα. Ἡ ἀραβικὴ κατοχὴ τῆς χώρας (711 μ.Χ.) εἶχε ἐπιφέρει πολλὰ δεινὰ στὴν Ἐκκλησία, ποὺ ἦταν διαιρεμένη σὲ τρεῖς ἐπαρχίες μὲ εἴκοσι ἐννέα Ἐπισκόπους καὶ προσπαθοῦσε νὰ ἀνταπεξέλθει στοὺς διωγμοὺς τῶν Μωαμεθανῶν κατακτητῶν ἀλλὰ καὶ στοὺς ἐκ τῶν ἔσω πειρασμούς, ὅπως οἱ αἱρέσεις. Πολλοὶ κληρικοὶ καὶ μοναχοί, ἐξ’ αἰτίας τῆς ἐπιδρομῆς τῶν ἀλλοφύλων ἐγκαταστάθηκαν στὴν Γαλλία μεταφέροντας μαζί τους τὸ βησιγοτθικὸ ἐκκλησιαστικὸ πνεῦμα καὶ τὸ μοζαραβικὸ τυπικό. Παρ’ ὅλα αὐτὰ στὴν Ἱσπανία, ἡ μοζαραβικὴ Ἐκκλησία διατήρησε τὴν παράδοση καὶ τὴν ὀργάνωσή της μέχρι τὴν ἐποχὴ τῆς «πλήρους ἐπανακτήσεως» (15ος αἰώνας μ.Χ.), ὁπότε, δυστυχῶς, ἡ σχισματικὴ Ρώμη εἶχε πιὰ ἐπιβάλει παντοῦ στὰ ἐπανακτώμενα μέρη μαζὶ μὲ τὴ λατινικὴ παράδοση καὶ τὸ τυπικὸ καὶ τὴν αἱρετικὴ διδασκαλία της.
Καρπὸς τῶν διωγμῶν κατὰ τὴν ἐποχὴ τῆς ἀραβοκρατίας, ὑπῆρξε ἡ παρουσία πολλῶν Μαρτύρων. Ἡ Κορδούη, τόπος ἰσλαμικῆς λατρείας μὲ τὸ μεγάλο τέμενος τῶν χιλίων καὶ ἑνὸς κιόνων, πῆρε τὴν πρώτη θέση στὸ ἱσπανικὸ μαρτυρολόγιο τοῦ 9ου αἰώνα μ.Χ.
Ὁ Εὐλόγιος εἶχε μελετήσει σὲ βάθος τοὺς Πατέρες, τὴν Παράδοση καὶ τὴ Θεολογία τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ζωή του ἦταν ἀπολύτως σύμφωνη μὲ τὰ ὅσα μελετοῦσε καθημερινὰ καὶ δίδασκαν οἱ Θεῖες Γραφές. Ἡ ἄσκηση, ἡ προσευχὴ καὶ ἡ νηστεία, καθάριζαν τὴν ψυχή του, ποὺ ἔλαμπε ὡς φωτεινὸς λύχνος διαλύοντας τὰ σκοτάδια τῆς ἀπιστίας. Τὸ ἔτος 850 μ.Χ. ξέσπασε διωγμὸς κατὰ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἱσπανίας. Οἱ Μαυριτανοὶ ἀγρίεψαν. Ὁδηγημένοι ἀπὸ ἕναν ἀποστάτη Ἐπίσκοπο συνέλαβαν καὶ ἔκλεισαν στὴν φυλακὴ ὅλους τοὺς ἱερεῖς τῆς Κορδούης μαζὶ μὲ τὸν Ἐπίσκοπό τους. Μέσα στὴν φυλακὴ ὁ Εὐλόγιος ἔδινε θάρρος στοὺς ἀδελφοὺς νὰ ἀντέξουν μὲ ὑπομονὴ καὶ καρτερία τὴ δοκιμασία. Τὰ λόγια του ἐκεῖνα στήριξαν δύο μαθήτριες, πνευματικά του παιδιά, νὰ ὑποστοῦν μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία τὸ μαρτύριο, λίγο μετὰ τὴν ἔξοδό τους ἀπὸ τὴ φυλακή, τὸ ἔτος 851 μ.Χ. Οἱ δύο παρθένες πέρασαν στὸ Ὀρθόδοξο Μαρτυρολόγιο ἀνώνυμα, ὅμως τὰ ὀνόματά τους τὰ γνωρίζει ὁ Ἀγωνοθέτης καὶ Στεφανωτής τους Χριστός. Ὁ Ἅγιος Εὐλόγιος συνέταξε τὸ Συναξάριό τους, γιὰ νὰ προτρέψει καὶ τοὺς ἄλλους διωκόμενους Χριστιανοὺς νὰ τὶς μιμηθοῦν. Τὰ γραπτὰ καὶ προφορικά του κηρύγματα κράτησαν πολλοὺς Χριστιανοὺς στὴν πατρώα εὐσέβεια καὶ τοὺς διεφύλαξαν ἀπὸ τὴν ἀποστασία καὶ τὴν ἄρνηση τοῦ Χριστοῦ. Μάλιστα ὁ Ἅγιος συνέγραψε τρία βιβλία μὲ τὶς πράξεις καὶ τὸ τέλος τῶν Νεομαρτύρων τοῦ διωγμοῦ τῆς ἐποχῆς αὐτῆς.
Ὅλα αὐτὰ συνετέλεσαν, ὥστε ὁ Εὐλόγιος νὰ θεωρηθεῖ ὡς ἡ πιὸ σημαντικὴ ἐκκλησιαστικὴ προσωπικότητα τοῦ καιροῦ του καὶ ἡ Ἐκκλησία νὰ τὸν ἐκλέξει στὸ ἐπισκοπικὸ ἀξίωμα τὸ ἔτος 858 μ.Χ. Ὁ νέος Ἐπίσκοπος Κορδούης, πρὶν ἀναλάβει τὰ καθήκοντά του, πρὶν γίνει ἡ ἐνθρόνισή του, συνελήφθη καὶ πάλι καὶ ὁδηγήθηκε στὴν φυλακή. Ἡ κατηγορία ἦταν ὅτι περιέθαλψε καὶ ἔκρυψε μία νεαρὴ Χριστιανή, τὴν Λεωκρητία, ποὺ οἱ ἴδιοι οἱ γονεῖς της ἤθελαν νὰ ἀσπαστεῖ τὴν θρησκεία τοῦ Μωάμεθ. Ὁ Εὐλόγιος κατηγορήθηκε ὄχι μόνο γιὰ ἀπαγωγή, ἀλλὰ καὶ γιὰ διαφθορὰ τῆς νεαρῆς Λεωκρητίας. Στὴν ἀπολογία του εἶπε πὼς κανεὶς ποιμένας δὲν ἀρνήθηκε τὴν συμπαράστασή του σὲ ὁποιοδήποτε μέλος τοῦ ποιμνίου του καὶ ἀκόμη κάτι πιὸ σημαντικό: τὸ καθῆκον τοῦ ἱερέως τοῦ Χριστοῦ εἶναι νὰ διδάξει στοὺς πιστοὺς πὼς ἂν ἔχουν νὰ διαλέξουν μεταξὺ Θεοῦ καὶ γονέων, νὰ διαλέγουν τὸν Θεό. Ὁ Ἅγιος Εὐλόγιος δὲν σταμάτησε ἐκεῖ. Πρότεινε στὸν Μουσουλμάνο δικαστὴ νὰ συζητήσουν, γιὰ νὰ τοῦ ἀποδείξει τὴν ἀπάτη τῆς θρησκείας τοῦ Μωάμεθ.
Ὁ Ἅγιος, μετὰ ἀπὸ αὐτά, ὁδηγήθηκε στὸ συμβούλιο τῆς αὐλῆς τοῦ κατακτητοῦ βασιλέως καὶ ἐκεῖ συνέχισε πάλι, μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία καὶ παρρησία, τὴ χριστιανικὴ ἀπολογητική του. Τὸ ἀποτέλεσμα ἦταν νὰ καταδικαστεῖ σὲ θάνατο διὰ ἀποκεφαλισμοῦ.
Στὸν δρόμο τοῦ μαρτυρίου ὁ Ἅγιος Εὐλόγιος δέχθηκε, ὅπως καὶ ὁ Κύριός του στὸν δρόμο πρὸς τὸν Γολγοθά, ἕνα ράπισμα ἀπὸ ἕναν εὐνοῦχο τῆς συνοδείας τῶν δημίων του. Ἀμέσως ὁ Ἅγιος ἔστρεψε καὶ τὸ ἄλλο μάγουλο χωρὶς νὰ διαμαρτυρηθεῖ. Ὁ ἄπιστος κτύπησε καὶ πάλι γιὰ δεύτερη φορά.
Στὴν συνέχεια, σιωπηλὰ πάντοτε καὶ προσευχόμενος γιὰ τοὺς διῶκτες του καὶ τὸ λαό του, ἔσκυψε τὸ κεφάλι του κάτω ἀπὸ τὸ μαχαίρι τοῦ δημίου. Πλῆθος Ἀγγέλων ὁδήγησε τὴν ψυχή του στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἦταν τὸ ἔτος 859 μ.Χ.
Ἡ Λεωκρητία ἀποκεφαλίσθηκε τὴν ἑπόμενη Τετάρτη, ὅπως διασώζουν τὰ Συναξάρια καὶ πρόσθεσε ἕνα ἀκόμη στέφανο δόξας στὸ Μαρτυρολόγιο τῆς Ὀρθοδόξου Ἱσπανικῆς Ἐκκλησίας.
|