Ὁ Ὅσιος Κασσιανὸς τοῦ Οὔγκλιχ, κατὰ κόσμο Κωνσταντίνος, ἦταν ἑλληνικῆς καταγωγῆς καὶ ἀπόγονος τῆς πριγκιπικῆς οἰκογένειας τῶν Μανκουτίων. Συμμετεῖχε στὴ Βυζαντινὴ ἀντιπροσωπεία, ἡ ὁποία μετέβη στὴ Μόσχα, στὸν μεγάλο πρίγκιπα Ἰβὰν Γ’ Βασίλεβιτς (1438 – 1505), ὁ ὁποῖος μὲ τὸν γάμο του μὲ τὴν Σοφία Παλαιολογίνα τὸ 1472, συγγένεψε μὲ τὴν τελευταία Βυζαντινὴ δυναστεία καὶ ἔλαβε ὡς ἔμβλημά του τὸ δικέφαλο ἀετό.
Ἀποφασίζοντας ὁ Κωνσταντίνος νὰ ἀφιερώσει τὴν ζωή του στὸν Θεὸ, παρέμεινε στὴν δικαστικὴ ὑπηρεσία τοῦ τσάρου τῆς Μόσχας ζώντας κοντὰ στὸν Ἐπίσκοπο τῆς πόλεως Ροστώβ Ἰωάσαφ.
Ὅταν ὁ Ἐπίσκοπος Ἰωάσαφ ἀποσύρθηκε στὴ μονὴ τοῦ ἁγίου Θεράποντος, ὁ Κωνσταντίνος ἐγκατέλειψε τὰ ἐγκόσμια καὶ τὸν ἀκολούθησε. Ἔγινε μοναχὸς μετὰ ἀπὸ ἕνα θαυμαστὸ ὅραμα, στὸ ὁποῖο εἶδε τὸν Ὅσιο Μαρτινιανὸ († τὸ 1483) νὰ τὸν καλεῖ στὸ μοναχικὸ βίο καὶ ἔλαβε τὸ ὄνομα Κασσιανός.
Μετὰ ἀπὸ μία χρονικὴ περίοδο ἄφησε τὴ μονὴ καὶ ἐγκαταστάθηκε κοντὰ στὴν πόλη Οὔγκλιχ, στὴ συμβολὴ τῶν ποταμῶν Βόλγα καὶ Οὔχμα, ὅπου ἵδρυσε μοναστήρι πρὸς τιμὴν τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου. Ἡ φήμη τῆς ἁγιότητας τοῦ βίου του διαδόθηκε εὐρέως καὶ πολλοὶ τὸν ἐπισκέπτονταν, γιὰ νὰ λάβουν τὴν εὐλογία του καὶ νὰ ἀκούσουν τὶς πνευματικὲς νουθεσίες του. Ὁ Ὅσιος δεχόταν τὸν καθένα μὲ περισσὴ ἀγάπη καὶ μὲ διάκριση τὸν ὁδηγοῦσε πρὸς τὸν λιμένα τῆς σωτηρίας.
Ὁ Ὅσιος Κασσιανὸς κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη σὲ βαθὺ γήρας, στὶς 2 Ὀκτωβρίου τοῦ 1504, ἡμέρα τῆς μνήμης του. Ἡ μνήμη του κατὰ τὴν 21η Μαΐου ἑορτάζεται, ἐπειδὴ στὸ κοσμικό του ὄνομα ὀνομαζόταν Κωνσταντίνος, πρὸς τιμὴν τοῦ Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου. Ἡ μνήμη τῆς μετακομιδῆς τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ Ὁσίου Κασσιανοῦ ἑορτάζεται στὶς 23 Αὐγούστου.
|