Στα μισὰ τοῦ ἀνηφορικοὺ δρόμου, ποὺ
συνδέει τὸν ἐρημωμένο πιὰ Ἀλέξανδρο μὲ τὴν παραθαλάσσια καὶ σφύζουσα ἀπὸ ζωὴ
Νικιάνα, ὁ ὁδηγὸς ἢ ὁ πεζοπόρος θὰ συναντήσει τὸ Ἠσυχαστήριο τῶν Ἁγίων Πατέρων.
Πλήθη προσκυνητὼν ἀνηφορίζουν μέχρις ἐκεῖ, στις βορειοανατολικὲς παρυφὲς τοῦ
ὅρους τῶν Σκάρων, τοῦ λευκαδίτικου «Ἁγίου ὅρους», τὴν Κυριακὴ τῶν Πατέρων,
ὁπότε ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾷ τὴν μνήμη τῶν 318 Θεοφόρων Πατέρων που συγκρότησαν
τὴν Α’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο. Ὅλοι θὰ ἀσπαστοὺν τὴν εἰκόνα τῶν Ἁγίων, θὰ
ἀντλήσουν ἀπὸ τὸ ἁγίασμα καὶ θὰ προσευχηθοὺν στα «ἅγια κορμάκια». Ἡ παράδοση μας παρέχει πολλὲς πληροφορίες
για τοὺς Ἁγίους Πατέρες καὶ τὴν σχέση τους μὲ τὸ νησὶ τῆς Λευκάδας. Προτοῦ προλάβει ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ να βγεὶ
νικήτρια ἀπὸ τήν δοκιμασία τῶν Διωγμῶν, ἕνα νέο πρόβλημα προέκυψε καὶ ταλαιπωροῦσε
τὰ μέλη Της. Ἤταν οἱ αἱρέσεις. Μία ἀπὸ αὐτὲς καὶ ὁ Ἀρειανισμός. Ἔνας κληρικὸς
ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια, ὁ πρεσβύτερος Ἄρειος, ἄρχισε να διδάσκει ὅτι ὁ Ἰησοῦς
Χριστὸς δεν ἤταν Θεὸς καὶ ἔνα ἀπὸ τὰ τρία πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδας, ἀλλὰ ἤταν
κτίσμα (δημιούργημα) τοῦ Θεοῦ Πατέρα. Ἀρκετοί, κληρικοὶ καὶ λαϊκοί, ἀσπάστηκαν
τήν διδασκαλία του, ἡ ὁποία ἐρχόταν σὲ ἀντίθεση μὲ τὰ πιστεύω τῆς Ἐκκλησίας
μας. Για να ἀντιμετωπιστεὶ τὸ μεγάλο αὐτὸ
πρόβλημα, ὁ Αὐτοκράτορας τῆς Ῥώμης Ἅγιος Μέγας Κωνσταντῖνος συγκάλεσε Σύνοδο
ὅλων τῶν Χριστιανῶν ἐπισκόπων. Αὐτὴ ἔλαβε χώρα τὸ 325 μ.Χ. στή Νίκαια τῆς
μικρασιατικὴς Βιθυνίας. Ἀπ’ ὅπου ὑπήρχαν χριστιανικὲς Ἐκκλησίες ἔφτασαν ἐπίσκοποι
μαζὶ μὲ τοὺς συνόδους τους. Ἀνάμεσα σὲ αὐτοὺς ξεχώριζαν οἱ Ἅγιοι Σπυρίδων Τριμυθοῦντος,
Νικόλαος Μύρων, Μητροφάνης Κωνσταντινουπόλεως, Ἀλέξανδρος Κωνσταντινουπόλεως
(πρεσβύτερος ἀκόμη), Πέτρος Ἀλεξανδρείας, Ἀθανάσιος Ἀλεξανδρείας ὁ Μέγας
(διάκονος τότε) καὶ ἄλλοι. Οἱ Ὀρθόδοξοι ἐπίσκοποι ἤταν συνολικὰ 318 στον
ἀριθμό. Ἔνας ἀπὸ τοὺς 318 Πατέρες ἤταν καὶ ὁ
ἐπίσκοπος Λευκάδος Ἀγάθαρχος. Καταγόταν μᾶλλον ἀπὸ τὴν Ἀχαΐα καὶ ἤταν
ἐκπρόσωπος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Παλαιᾶς Ἠπείρου. Ἡ ἁγιότητα τοῦ βίου τοῦ καὶ ἡ
χαριτωμένη ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα προσωπικότητά του λειτούργησαν, ἀπ’ ὅτι φαίνεται,
σὰν πόλος ἔλξης καὶ για ἄλλους πέντε ἀπὸ τοὺς Πατέρες που ἔλαβαν μέρος στή
Σύνοδο τῆς Νίκαιας. Ἔτσι, στην ἐπιστροφή του στο νησὶ τῆς
Λευκάδας καὶ τὴν ἐπισκοπή του, τὸν ἀκολούθησαν οἱ πέντε αὐτοὶ Πατέρες. Τὸ πλοῖο
τοὺς ἀποβίβασε στον φυσικὸ ὄρμο, ὅπου βρίσκεται σήμερα ὁ οἰκισμὸς «Ἐπίσκοπος»,
ἐνῶ καὶ ἡ διπλανὴ περιοχὴ τῆς Νικιάνας, ἐτυμολογείται πιθανὸν ἀπό τις λέξεις
«Νέα Νίκαια». Οἱ τρεῖς ἀπὸ τοὺς Πατέρες διαλέξαν μιά
σπηλιὰ στο βουνὸ τῶν Σκάρων καὶ ἀποφάσισαν να μείνουν ἐκεῖ για τὸ ὑπόλοιπο τῆς
ζωῆς τους. Πράγματι, ἔμειναν ἐκεῖ, περνώντας τὸν καιρό τους μὲ νηστεία, ἀγρυπνία
καὶ προσευχή. Τὸ τέλος τους ἤταν εἰρηνικό. Θάφτηκαν ἐκεῖ που σήμερα εἶναι τὸ
μικρὸ ἐκκλησάκι τοῦ ἠσυχαστηρίου τῶν Ἁγίων Πατέρων. Ἀπὸ τὸν τάφο ἑνὸς ἀπὸ τοὺς Πατέρες
ἀναβλύζει συνεχῶς ἁγίασμα. Μάλιστα, ἡ στάθμη του δεν ἐλαττώνεται χειμῶνα - καλοκαίρι , ἀνεξάρτητα
ἀπό τις καιρικὲς συνθῆκες που ἐπικρατούν. Κι ἀκόμη, δεν στερεύει οὔτε καὶ τὴν
ἡμέρα τῆς γιορτής, ὁπότε χιλιάδες προσκυνητὼν ἀντλοὺν ἀπὸ τὸ ἁγιασμένο νερό. Ἡ
Ἁγία Τράπεζα τοῦ μικροῦ ναοῦ εἶναι πάνω στον τάφο τοῦ δευτέρου ἀπὸ τοὺς
Πατέρες, ἐνῶ ὁ τρίτος εἶχε ταφεὶ στο σημεῖο που σήμερα εἶναι ἀναμμένα τρία
καντήλια. Δεν εἶναι λίγα καὶ τὰ θαύματά που γίνονται
συνεχῶς σὲ ὅσους μὲ πιστὴ πίνουν ἀπὸ τὸ ἁγίασμα καὶ ἐπικαλοῦνται τῇ δύναμη τῶν
Ἁγίων Πατέρων. Γιά παράδειγμα, στα 1890 μ.Χ.
παρουσιάστηκαν στό μικρὸ ἠσυχαστήριο οἱ φοβεροὶ ληστὲς τῆς ἐποχῆς, Ψήλιας καὶ
Χούτας. Μὲ ἀλαζονεία ζητοῦσαν ἐπίμονα να πιουν «ἀπὸ ἐκεῖνο τὸ νερό». Ὅταν
πλησίασαν στο σημεῖο τοῦ ἁγιάσματος, προσπάθησαν οἱ ἴδιοι να ἀντλήσουν...
«νερό». Ἀλλά, μάταια! Τὸ ἁγίασμα εἶχε ἐξαντληθεί. Καὶ δεν ἐμφανίστηκε μέχρι να
πάει ἡ μοναχὴ Ἀκακία για να ἀντλήσει ἀπ’ αὐτὸ καὶ να δώσει στους ἐντρόμους
ληστὲς να πιουν. Κι ὅταν σμῆνος ἀκρίδων κατέστρεφε τὰ
ὄσπρια (λαθύρια καὶ ῥεβύθια) ποὺ ἤταν σπαρμένα στο Λιβάδι τῆς Καρυάς, οἱ
ἀκρίδες ἐξαφανίστηκαν ἀπ’ τὴν περιοχή, μόλις ἡ ἴδια μοναχὴ Ἀκακία ῥάντισε μὲ τὸ
ἁγίασμά τις σπαρμένες ἐκτάσεις. Κάτοικος τῶν κοντινῶν Πηγαδισάνων
νοσηλευόταν σὲ κλινικὴ τῆς Ἀθήνας προκειμένου να ἐγχειρισθεί, μετὰ ἀπὸ
ἀποκόλληση που εἶχε πάθει στο μάτι. Τὴν προηγουμένη τῆς ἐγχειρήσῃς, νύχτα,
αἰσθάνθηκε φοβεροὺς πόνους στο μάτι. Καθῶς δεν μποροῦσε να βρεθεὶ ὁ γιατρός,
μόλις ἡσύχασε για λίγο ἀπὸ τοὺς φριχτοὺς πόνους, κατόρθωσε να ἀποκοιμηθεί.
Βλέπει τότε σὲ ὄνειρο ὅτι περιπλανιόταν στην περιοχὴ τῆς Ἀκόνης, γύρῳ ἀπὸ τὸ
ἠσυχαστήριο τῶν Ἀγ. Πατέρων. Μόλις ἀντίκρυσε τὸ μοναστῆρι, θυμήθηκε τὸ ἁγίασμα
καὶ τότε ἐνοιωσε ἔναν πόνο φοβερό. Ξύπνησε ἀμέσως, ἀλλά... θεραπευμένος! Δίχως
να πονάει καθόλου. Ἐπιβεβαιώθηκε μάλιστα ἡ θεραπεία ἀπὸ τὸ ἐπιστημονικὸ
προσωπικὸ τῆς κλινικής, για να δοξάζεται τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν Ἁγίων
Πατέρων. Οἱ ἄλλοι δύο ἀπὸ τοὺς Πατέρες, ποὺ
ἀκολουθῆσαν τὸν ἐπίσκοπο Ἀγάθαρχο, μόνασαν στον χῶρο που ὑπάρχει σήμερα τὸ
μοναστῆρι τῆς Φανερωμένης. Ὑπῆρχε τότε μικρὸς οἶκος προσευχῆς στή θέση ἐκείνη,
ὅπου - πρὶν ἔρθουν στο νησὶ οἱ Ἀπόστολοι Ἀκύλας καὶ Ἠρωδίων - ὑψωνόταν ὁ
εἰδωλολατρικὸς ναὸς τῆς Λευκαδίας Ἀρτέμιδος. Ἔζησαν καὶ αὐτοὶ ἀσκητικὰ καὶ
«ἐκοιμήθησαν ἐν εἰρήνῃ». Δυστυχῶς, ἡ παράδοση δὲ διέσωσε τὰ ὀνόματα
τῶν πέντε Ἁγίων Πατέρων. Γιορτάζεται ὅμως ἡ μνήμη τους πανηγυρικὰ τὴν Ζ’
Κυριακὴ ἀπὸ τὸ Πάσχα, κάθε χρόνο.
Στο ἠσυχαστήριο τῶν Ἁγίων Πατέρων φυλάσσεται καὶ «ἡ σφραγῖδα τῶν Ἁγίων»,
δηλαδὴ μιά μολύβδινη κυκλική σφραγῖδα μὲ χαραγμένες τις μορφὲς τῶν τριῶν Ἁγίων.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ.δʹ.
Ὑπερδεδοξασμένος εἷ Χριστέ ὁ Θεός ἡμῶν, ὁ φωστήρας ἐπί γῆς τούς Πατέρας ἡμῶν θεμελιώσας· καί διʹαὐτῶν, πρός τήν ἀληθινήν πίστιν πάντας ἡμᾶς ὁδηγήσας· Πολυεύσπλαγχνε, δόξα σοι.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ήχος πλ. α'. Τον
συνάναρχον Λόγον.
Ἀσκητῶν τήν τριάδα ἀνευφημήσωμεν, τήν ἐν Νικαίᾳ Τριάδος Πίστιν σαφῶς τήν ὀρθήν, ἐν συμβόλῳ ἱερῷ διακηρύξασαν· τούς ἐν παννύχοις προσευχαῖς σύν ἐδεσμάτων ἀποχῇ πραΰναντας ὁρμάς σαρκίου, τῶν Λευκαδίων ὁ δῆμος ἐν ἑνί στόματι ὑμνήσωμεν.
|