ΜΕΓΑΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού,Ελέησόν με τον αμαρτωλόν





  • banner

  • banner

  • banner


Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ πρεσβύτερος, ὁ νέος χρυσόστομος καὶ ἐλεήμονας, ἐκ Χαλδίας τῆς Μικρᾶς Ἀσίας

Ημ. Εορτής: 13 Ιουνίου
Ημ. Γέννησης: 2 / 10 / 1836 μ.Χ.
Ημ. Κοιμήσεως: 13 / 6 / 1903 μ.Χ.
Ημ. Ανακομιδής Λειψάνων: 7 / 10 / 1906 μ.Χ.
Πολιούχος:
Λοιπές πληροφορίες:
Εορταζόμενο όνομα:

Ὁ π. Ἰωάννης Τριανταφυλλίδης γεννήθηκε στις 10 Φεβρουαρίου 1836 μ.Χ. στο χωριὸ Λωρία (Μούζενα) τοῦ νομοῦ Τραπεζοῦντος, ἀπὸ εὐλαβεῖς γονεῖς, τὸν Τριαντάφυλλο καὶ τὴν Κυριακή. Ἐπειδὴ δεν ὑπῆρχε σχολεῖο στην πατρίδα του, ἔμαθε ἀπὸ ἔναν ἐγγράμματο τὰ κοινὰ γράμματα σὲ ἕξι μῆνες, ὄντας πολὺ εὐφυής.

 

Σὲ ἡλικία δεκατεσσάρων ἐτῶν ἔμεινε ὀρφανὸς ἀπὸ πατέρα γι' αὐτὸ ἀναγκάστηκε πρὸς ἐξεύρεση ἐργασίας να ξενιτευτεῖ στα παράλια τοῦ Πόντου, ὅπου ἐργαζόταν τὸν χειμῶνα σὲ ἀρτοποιεῖο καὶ τὸ καλοκαίρι σὲ γεωργικὲς ἐργασίες. Σὲ ἡλικία δέκα ἑπτὰ ἐτῶν νυμφεύθηκε κάποια σεμνὴ καὶ εὐλαβή νέα, ὀνόματι Ἑλένη, μὲ τὴν ὁποία ἀπέκτησε ἔναν υἱὸ καὶ θυγατέρες.

 

Κάποιο καλοκαίρι μὲ τὴν σύζυγό του πήγαιναν στο χωριό του μὲ τὰ πόδια. Στον δρόμο τούς συνάντησαν τρεῖς Ἄγγελοι μὲ μορφὴ ἀνθρώπων. Προπορευόταν ὁ Ἰωάννης. Τὸν κοίταξαν προσεκτικὰ οἱ Ἄγγελοι ἀλλὰ δεν τοῦ μίλησαν. Μετὰ συνάντησαν τὴν σύζυγό του καὶ ὁ ἔνας τῆς λέγει: «Οἱ χωριανοὶ σᾶς περιμένουν να γίνει ἱερέας ὁ Ἰωάννης. Αὐτὸ εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ». Ὁ δεύτερος τῆς εἶπε: «Μετὰ ἀπὸ τριάντα χρόνια θὰ ἀξιωθεῖτε να προσκυνήσετε τοὺς Ἁγίους Τόπους», καὶ ὁ τρίτος: «Μετὰ τὴν κοίμησή του θὰ συναριθμηθεῖ μὲ τοὺς Ἁγίους». Ἡ Ἑλένη ἐρώτησε μὲ ἀπορία: «Πῶς ἔσεις πού εἶστε ἄνθρωποι γνωρίζετε τὸ μέλλον, τὶ θὰ γίνει μετὰ ἀπὸ τριάντα χρόνια;». Ἐκεῖνοι ἀπαντῆσαν: «Ἐμεὶς δεν εἴμαστε ἄνθρωποι ἀλλὰ Ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ καὶ ἤρθαμε να σᾶς προειδοποιήσουμε να μὴν ἀρνηθεὶ ὁ Ἰωάννης τὸ μυστήριο τῆς Ἱερωσύνης». Ἐκείνη μὲ φόβο καὶ συγκίνηση ἀπάντησε: «Ἂς γίνει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ».

 

Τὸ 1870 μ.Χ., σὲ ἡλικία τριάντα τεσσάρων ἐτῶν ὁ Ἰωάννης προσκληθεῖς στο μέγιστον ἀξίωμα τῆς Ἱερωσύνης καὶ κάνοντας ὑπακοὴ στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, κατὰ τὴν Ἀγγελικὴ πρόρρηση, χειροτονήθηκε ἱερέας ἀπὸ τὸν ἀείμνηστο Μητροπολίτη Χαλδίας Γερβάσιο. Τοποθετήθηκε ἐφημέριος στό χωριό πού γεννήθηκε καὶ λειτουργοῦσε στις Ἐκκλησίες τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος, τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ στο Μοναστῆρι τοῦ Ἁγίου Γεωργίου (Λερμούχου καὶ Ζαντοῦ). Ἂν καὶ ὀλιγογράμματος, ἀπὸ τὸ ἐνδιαφέρον του καὶ τὴν εὐφυΐαν του ἔμαθε πολὺ καλὰ τὴν τάξη τῶν Ἀκολουθιῶν καὶ τὰ τῆς Ἱερωσύνης, ἀπὸ τοὺς μοναχοὺς τοῦ Ἁγίου Γεωργίου Χουτουρά. Εἶχε χάρισμα στην ὁμιλία καὶ ὅποιος μιλοῦσε μαζί του ἒνιωθε χαρά. Καὶ ὅταν κήρυττε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, οἱ λόγοι του μετέδιδαν γλυκύτητα καὶ χάρη. Παρ' ὅτι δεν εἶχε σπουδάσει, ἤταν σπουδαῖος ἱεροκήρυκας, γι' αὐτὸ τὸν ἀποκαλοῦσαν «νέο Χρυσόστομο». Ὁ π. Ἰωάννης ἀφιερώθηκε μετὰ τὴν χειροτονία του στο ποιμαντικὸ ἔργο καὶ προσπαθοῦσε να ἐργάζεται τὴν ἀρετὴ καὶ να τηρεῖ μὲ ἀκρίβεια τίς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, ἰδιαίτερα δὲ τὴν ἐλεημοσύνη.

 

Μολονότι ἤταν μέτριος ἀπὸ ὑλικὰ ἀγαθά, ἔτρεφε τοὺς πεινασμένους, ἔντυνε τὰ φτωχὰ καὶ ὀρφανὰ καὶ φιλοξενοῦσε τοὺς ξένους στο σπίτι του. Τοὺς φτωχοὺς τοῦ χωρίου τοὺς βοηθοῦσε να πληρώνουν τοὺς φόρους. Για τὸ καλὸ τοῦ χωριοῦ ἔκανε δρόμους, γέφυρες καὶ βρύσες.

 

Τὸ 1877 μ.Χ., κατὰ τὸν ῥωσσοτουρκικὸ πόλεμο, ὁ π. Ἰωάννης, ὁ καλὸς ποιμήν, φρόντισε να μὴν λείψουν τὰ βασικὰ εἴδη διατροφῆς. Ἔγραψε ἐπιστολὲς σὲ γνωστούς του πλουσίους καὶ συγκέντρωσε τὰ ἀπαραίτητα, τὰ ὁποῖα διένειμε στους φτωχοὺς καὶ ἔτσι σώθηκαν ἀπὸ τὴν πεῖνα. Ἡ ἀρετὴ καὶ οἱ φιλανθρωπίες του ἔγιναν γνωστὲς στην περιοχὴ τοῦ Πόντου καὶ οἱ ἄνθρωποι τὸν ἀποκαλοῦσαν «νέον ἐλεήμονα».

 

Ὁ πατὴρ εἶχε τὸ χάρισμα να συμφιλιώνει τοὺς ἀνθρώπους που εἴχαν ἔχθρα μεταξύ τους. Ὡς εἰρηνοποιὸς ἔγινε τὸ εἰρηνοδικεῖο τῆς ἱερᾶς Μητροπόλεως. Ὅταν μεμονωμένα ἄτομα ἢ καὶ ὁλόκληρα χωρία πήγαιναν στον Μητροπολίτῃ να ἐκδικάσει τις διαφορές τους, αὐτὸς τοὺς παρέπεμπε στον π. Ἰωάννη λέγοντας: «Πηγαίνετε σ' ἐκεῖνον. Θὰ σᾶς συμβιβάσει ἐπειδὴ εἶναι σοφός, ἔχει γλυκιά γλῶσσα καὶ θεία χάρη». Καὶ ὄντως τοὺς εἰρήνευε. Ἔρχονταν σὰν ἐχθροὶ ζητώντας ἐκδίκηση καὶ ἔφευγαν σὰν ἀδελφοὶ ἀγαπημένοι. «Ἦταν ἐχθρὸς καὶ πολέμιος τοῦ μίσους, τῆς ἐκδικήσεως καὶ τῶν σκανδάλων, ἀλλὰ φίλος καὶ διδάσκαλος τῆς ἀγάπης καὶ τῆς εἰρήνης.

 

Ὁ π. Ἰωάννης εἶχε ἔνα ἐγγονάκι ἀπὸ τὴν θυγατέρα του ἡ ὁποία πέθανε καὶ τὸ ἄφησε ὀρφανό. Ὅταν πήγαινε στο σχολεῖο, κάποια μέρα ἔκανε μία ἀταξία καὶ ὁ δάσκαλος τὸ ἔδειρε μὲ ῥαβδὶ καὶ μὲ κλωτσιές. Μετὰ ἀπὸ λίγες μέρες τὸ ὀρφανὸ ἐγγονάκι πέθανε. Ἄλλοι συγγενεῖς καὶ ὁ πατέρας τοῦ παιδίου ἤθελαν να ἐκδικηθοῦν τὸν δάσκαλο καὶ να τὸν σκοτώσουν. Ὁ π. Ἰωάννης ἔκανε πολλὴ προσευχή. Στο δικαστήριο ζήτησε καὶ κατόρθωσε να εἰρηνεύσει τοὺς ἐπαναστατημένους συγγενεῖς καὶ να βγάλει ἀπὸ τὴν φυλακὴ τὸν δάσκαλο. Ὡς πάππους τοῦ πεθαμένου ὀρφανοῦ πόνεσε, ἀλλὰ ὡς μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ, ὡς κήρυκας τῆς ἀγάπης, συγχώρησε καὶ ἀποφυλάκισε τὸν δάσκαλο.

 

Τὸ 1900 μ.Χ. μαζὶ μὲ τὴν πρεσβυτέρα του ἀξιώθηκαν να προσκυνήσουν στον Πανάγιο Τάφο, στον Γολγοθᾶ καὶ στα πανάγια προσκυνήματα τῶν Ἁγίων Τόπων. Ἔμειναν ἕξι μῆνες καὶ ἐπέστρεψαν στο χωριό τους. Τὸ προσκύνημά τους ἔγινε τριάντα χρόνια μετὰ ἀπὸ τὴν συνάντηση καὶ τὴν πρόρρηση τῶν Ἀγγέλων.

 

Ἡ καλὴ πρεσβυτέρα Ἑλένη κοιμήθηκε στις 26 Ἰουλίου 1902 μ.Χ. Ὁ π. Ἰωάννης, ἀφοῦ ἐπὶ τριάντα τρία ἔτη ποίμανε θεαρέστως τὸ λογικό του ποίμνιο, κοιμήθηκε ἐν Κυρίῳ στις 13 Ἰουνίου 1903 μ.Χ., ἡμέρα Παρασκευή, καὶ τάφηκε στην Ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος. Ἔφυγε κατάφορτος ἀπὸ καλὰ ἔργα τὰ ὁποῖα τὸν ἀκολουθοῦν, καὶ ἄφησε παραμυθία, στήριγμα καὶ θησαυρὸ πολύτιμο στους πιστοὺς τὸ ἱερό του λείψανο.

 

Μετὰ τὸν ἐνταφιασμό, μία νύφη τοῦ π. Ἰωάννου εἶδε τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ἐν εἴδει περιστερᾶς να κατέρχεται στον τάφο του.

 

Ὕστερα ἀπὸ τρία ἔτη, ὁ π. Ἰωάννης παρουσιάστηκε σὲ ὄνειρο σὲ μία γυναῖκα ὀνόματι Παναγίλα καὶ τῆς εἶπε να κάνη μὲ τὸν ἀδελφό της τὴν ἀνακομιδὴ τῶν λειψάνων του, γεγονός που πραγματοποιήθηκε στις 7 Ὀκτωβρίου 1906 μ.Χ. ὡς ἐξῇς: Ὅταν πήγαν στο κοιμητήριο, εἴδαν τὸν π. Ἰωάννη να στέκεται ἐπάνω ἀπὸ τὸν τάφο του μὲ τὴν ἱερατική του στολὴ καὶ να διαβάζει τὸ Εὐαγγέλιο. Τὸ πρόσωπό του ἔλαμπε σὰν ἥλιος καὶ τοὺς προέτρεψε να σκάψουν. Εἴχαν μαζευτεῖ πολλοὶ ἄνθρωποι, ἔβλεπαν τὴν Παναγίλα να μιλάει ἀλλὰ δεν ἔβλεπαν μὲ ποῖον μιλᾶ καὶ τὴν θεωρῆσαν για τρελή. Ὅταν βρήκαν τὰ λείψανα τοῦ π. Ἰωάννου, εἴδαν τὰ δυό του χέρια να εἶναι ἄφθορα. Ἔκλαψαν ἀπὸ χαρὰ καὶ συγκίνηση, τὰ προσκυνῆσαν καὶ πληροφορήθηκαν για τὴν ἁγιότητά του δοξάζοντας τὸν Θεό.

 

Τὸ γεγονὸς ἔγινε γρήγορα γνωστὸ στην περιοχὴ τῆς Χαλδίας. Κάθε μέρα κατέφθαναν πλήθη ἀνθρώπων, χωρία ὁλόκληρα μὲ τοὺς ἱερεῖς, ἀκόμη καὶ Τούρκοι ἀγάδες, για να προσκυνήσουν τὰ ἅγια λείψανα, φέρνοντας λάδια καὶ κεριὰ ὡς δῶρα στον Ἅγιο. Ἔλεγαν οἱ Τούρκοι: «Αὐτὸς ὁ παπὰς ἐφέντης, καὶ ζῶντας ἅγιος ἤταν καὶ μετὰ τὸν θάνατό του (φανερώθηκε περισσότερο). Ἂν τοῦ κτίσετε Ἐκκλησία καὶ ἐμεῖς θὰ προσφέρουμε».

 

Ἔγιναν τότε καὶ θαύματα. Πολλοὶ ἀσθενεῖς θεραπεύτηκαν. Κάποιος νέος εἴκοσι ἐτῶν ἀπὸ τὴν πόλη Μιχαήλοβα κοντὰ στην Τιφλίδα τοῦ Καυκάσου, ποὺ εἶχε τρελαθεῖ, τὸν εἴχαν δεμένο, για να μὴν προξενήσει κακὸ στον ἑαυτό του ἣ σὲ ἄλλους. Τὸν πήγαν σὲ πολλοὺς γιατρούς, σὲ μάγους, σὲ Ἐκκλησίες καὶ τέλος χωρὶς να θεραπευθεῖ τὸν ἔκλεισαν σὲ φρενοκομεῖο τῆς Τιφλίδος. Μιά νύχτα φαίνεται στον ὕπνο τῆς μητέρας τοῦ τρελοῦ παιδίου ὁ ἅγιος Ἰωάννης λέγοντάς της, να μὴν κλαίει γιατὶ τὸ παιδί της θὰ γίνει καλά. Να τοῦ δώσει να πίει νερὸ στο ὁποῖο να βάλει μέσα ἀπὸ τὸ χῶμα τοῦ τάφου του, καὶ να κάψει ἕνα κομματάκι ἀπὸ τὸ φελώνι καὶ να τὸ θυμιάσει. Ἔκανε ὅπως τῆς εἶπε ὁ ἅγιος καὶ τὸ παιδί της ἔγινε καλά.

 

Μιά Ἀρμενικὴ οἰκογένεια εἶχε μοναχοπαίδι δώδεκα ἐτῶν, ἄφωνο ἐπὶ τέσσερα ἔτη, ἐξ αἰτίας φόβου. Ὁ πατέρας του ἤταν κομμουνιστὴς καὶ τὸ παιδί του τὸ πῆγε για ἐξετάσεις στο Πανεπιστήμιο τῆς Τιφλίδος, ἀλλὰ χωρὶς ἀποτέλεσμα. Ἡ μητέρα του ἤταν πιστὴ χριστιανὴ καὶ κρυφὰ ἀπὸ τὸν ἄνδρα της τὸ πήγαινε σὲ πολλὲς Ἐκκλησίες ἀλλὰ δεν θεραπεύθηκε τὸ παιδί. Ὅταν ἔμαθε τὸ παραπάνω θαῦμα, μὲ πίστη καὶ εὐλάβεια ζήτησε χῶμα ἀπὸ τὸν τάφο τοῦ Ἁγίου, τὸ διέλυσε σὲ νερό, πότισε μὲ αὐτὸ τὸ ἄφωνο παιδί της καὶ ἀμέσως ἄρχισε να μιλᾶ. Μὲ χαρὰ μεγάλη ἡ μητέρα τοῦ παιδίου ἀνήγγειλε τὸ θαῦμα στον ἄθεο ἄνδρα της καὶ κήρυξε τὴν χριστιανική της πίστη. Τότε καὶ ὁ σύζυγὀς της πίστεψε καὶ μετανοιωμένος εὐχαρίστησε τὸν Θεό.

 

Οἱ ἀπόγονοι τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου ἤρθαν πρόσφυγες στην Ἑλλάδα καὶ ἔφεραν μαζί τους τὸ χέρι καὶ τὴν κᾶρα τοῦ Ἁγίου. Τὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου συνεχίζουν να θαυματουργοῦν.

 

Ἡ Ἀναστασία, ἐγγονὴ τοῦ Ἁγίου, διηγήθηκε: «Κατὰ τὸ 1930 μ.Χ. ἀρρώστησε κάποιος γιατρὸς γνωστὸς μιᾶς φίλης μου ἐδῶ στην Θεσσαλονίκη. Εἴχαν παραλύσει τὰ χέρια του καὶ οἱ γονεῖς του ἤταν ἀπαρηγόρητοι γιατὶ ἤταν νέος στην ἡλικία, περίπου τριάντα πέντε ἐτῶν. Τὸν πήγαν σὲ πολλοὺς γιατροὺς καὶ σὲ Ἐκκλησίες, ἀλλὰ δεν βρῆκε θεραπεία. Ὅταν ἀπὸ τὴν φίλη μου ἔμαθε για τὰ λείψανα τοῦ πάππου μου ἁγίου Ἰωάννου, ζήτησε να τὰ προσκυνήσει. Τὸν σταύρωσα μὲ τὴν ἁγία χεῖρα καὶ τότε ὁ ἄρρωστος κίνησε τὰ παράλυτα χέρια του, πῆρε τὰ ἅγια λείψανα καὶ τὰ ἔσφιγγε στο στῆθος του μὲ μεγάλη πίστη, εὐχαριστώντας τὸν Θεὸ καὶ τὸν ἅγιο Ἰωάννη για τὴν θεραπεία».

 

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης Τριανταφυλλίδης εἶναι ἀναγνωρισμένος Ἅγιος ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο καὶ καταχωρημένος στα βιβλία τῶν τοπικῶν ἁγιολογίων τοῦ Πατριαρχείου. Ἡ μνήμη του τιμᾶται στις 13 Ἰουνίου (κοίμηση) καὶ στις 7 Ὀκτωβρίου (ἀνακομιδή). Ὑπάρχει ἀσματικὴ ἀκολουθία του, ἀγνώστου ὑμνογράφου. Ὁ Μητροπολίτης πρῴην Ῥοδοπόλεως Λεόντιος Χουτουριώτης (1844 - 1926 μ.Χ.) ἐργάσθηκε για τὴν καθιέρωση τῆς ἐτησίας μνήμης του στην Χαλδία.


πολυτκιον. χος α΄. Τς ρήμου πολίτης.
Τ
ς Χαλδίας τν γόνον ρθοδόξων τ κλέϊσμα, τ τς εσεβείας ταμεον, ωάννην μνήσωμεν, τν χέοντα άματα πιστος, κα λεος τος τρέχουσιν ατ, καρποδότην διδαγμάτων τν θεϊκν, ερήνην τν παρέχοντα· δόξα σοι κράζομεν σοφέ, δόξα τ σ ναδείξαντι, πσι τος προσιοσί σοι πιστς, σκέπην παρήγορον.


Κοντκιον. χος γ΄. Παρθένος σήμερον.
Τ
καλάμ γιε, τς σς γάπης κα λόγου, τν σν ποίμνην λκυσας, ν γιότητος τρίβ, φθης δέ, δοχεον χάριτος ορανίου, νν μες, σκιρτντες τρέχοντες σος λειψάνοις, κα άσεις παντλοντες, ωάννη, μνους προσάγομεν.


Μεγαλυνριον
Χα
ρε τς Χαλδίας θεος κρουνός, κα τν ρθοδόξων τοιμότατος ρωγός, χαρε ερέων, δόξα ωάννη, τ καύχημα πάντων, φωστρ νεόφωτε.



  • banner

  • banner

  • banner