Ὁ Ἅγιος
Ὁσιομάρτυρας Κύριλλος, κατά κόσμον Κυριακός, γεννήθηκε στήν Θεσσαλονίκη τό
1544, κατά τήν περίοδο τῆς βασιλείας τοῦ σουλτάνου Σουλεϊμάν. Ὁ πατέρας του
ὀνομαζόταν Πέϊος, καταγόταν ἀπό τήν ἐπαρχία Πελαγονίας καί διέμενε μέ τήν
οἰκογένειά του στήν περιοχή τῆς ἀκροπόλεως τῆς Θεσσαλονίκης. Σέ ἡλικία δέκα
ἐτῶν ὁ Κυριακός ἔμεινε ὀρφανός, μέ ἀποτέλεσμα νά ἀναλάβουν τήν κηδεμονία του
δύο θεῖοι του, συγγενεῖς τῆς μητέρας του, ἐκ τῶν ὁποίων ὁ ἕνας ἦταν Μωαμεθανός
καί τόν ἔστειλε σέ κάποιον ἐπίσης Μωαμεθανό βυρσοδέψη, γιά νά μάθει κοντά του
νά ἐξασκεῖ αὐτό τό ἐπάγγελμα.
Ὡστόσο ὁ
Κυριακός, ἀκολουθώντας τίς συμβουλές τοῦ ἄλλου θείου του, ὁ ὁποῖος ἦταν εὐσεβής
Χριστιανός, ἀποφάσισε νά ἐγκαταλείψει κρυφά τόν Μωαμεθανό κηδεμόνα του καί νά
ἀκολουθήσει κάποιους ἁγιορεῖτες μοναχούς, πού βρίσκονταν ἐκείνη τήν ἐποχή στήν
Θεσσαλονίκη. Σέ ἡλικία 14 ἐτῶν ὁ Κυριακός ἔφθασε στό Ἅγιον Ὄρος καί ἐκάρη
μοναχός στή μονή Χιλανδαρίου, λαμβάνοντας τό μοναχικό ὄνομα Κύριλλος.
Ὁ
Κύριλλος ἀσκήτευσε ἐπί ὀκτώ ἔτη σέ κάποιο Χιλανδαρινό μετόχι καί σέ ἡλικία 22
ἐτῶν ταξίδεψε μαζί μέ ἄλλους δύο Χιλανδαρινούς μοναχούς στήν Θεσσαλονίκη, ὅπου
συνάντησε τόν Χριστιανό θεῖο του. Κατερχόμενος ἀπό τήν περιοχή τῆς Ἀκροπόλεως
πρός τό λιμάνι τῆς Θεσσαλονίκης μαζί μέ τόν ἐξάδελφό του – υἱό τοῦ Χριστιανοῦ
θείου του – συνάντησε τυχαῖα τόν Μωαμεθανό κηδεμόνα του, ὁ ὁποῖος παρά τήν
παρέλευση πολλῶν ἐτῶν, ἀναγνώρισε τόν Κύριλλο. Ἐφώναξε ἀμέσως καί ἄλλους
Μουσουλμάνους γιά νά συλλάβουν τόν Κύριλλο μέ τήν κατηγορία ὅτι, ἐνῶ πρίν εἶχε
ἀσπασθεῖ τόν Μωαμεθανισμό, στήν συνέχεια τόν ἀρνήθηκε καί ἐξόμωσε.
Ὁ
Κύριλλος ὁδηγήθηκε ἀμέσως στόν Τούρκο δικαστή τῆς Θεσσαλονίκης, ὁ ὁποῖος
ἐπιχείρησε νά τόν πείσει νά ἐγκαταλείψει τήν χριστιανική πίστη καί νά ἀσπασθεῖ
τόν Μωαμεθανισμό. Ὅταν διαπίστωσε πώς ἡ προσπάθειά του δέν ἐπέφερε κανένα ἀποτέλεσμα,
διέταξε νά τόν ὁδηγήσουν στήν φυλακή σκοπεύοντας νά ἐκφέρει τήν ἀπόφασή του τήν
ἑπόμενη ἡμέρα.
Τήν ἄλλη
ἡμέρα ὁ Κύριλλος ὁδηγήθηκε καί πάλι στόν δικαστή, ὁ ὁποῖος προσπάθησε καί πάλι νά τον μεταπείσει μέ ὑποσχέσεις ἤ μέ
ἀπειλές, ἀλλά ὅταν διαπίστωσε ὅτι ἡ προσπάθειά του ἦταν μάταιη, διέταξε νά τόν
κάψουν. Ὁ Ὁσιομάρτυς ὁδηγήθηκε ἀπό τό ἐξαγριωμένο πλῆθος τῶν φανατισμένων
Τούρκων καί τῶν δημίων του στόν τόπο τῆς καταδίκης του, στό παλαιό βυζαντινό
ἱπποδρόμιο τῆς πόλεως, κοντά στό ναό τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου, ὁ ὁποῖος
μνημονεύεται στό Συναξάρι τῆς Ἀκολουθίας τοῦ Ὁσιομάρτυρος. Ὁ Τοῦρκος ὕπαρχος
ἐπιχείρησε γιά τελευταία φορά νά μεταπείσει τόν Μάρτυρα, ἀλλά ὁ Κύριλλος
ἀρνήθηκε μέ πνευματική ἀνδρεία. Κατόπιν τούτων ὁ ὕπαρχος ἔδωσε ἐντολή στούς
δημίους νά ρίψουν τόν Ὁσιομάρτυρα Κύριλλο στήν φωτιά, ἡ ὁποία ἀποτέφρωσε τό
σῶμα του, στίς 6 Ἰουλίου τοῦ 1566.
|