Ὁ Ἅγιος
Σωφρόνιος τοῦ Ἔσσεξ (κατά κόσμον Σέργιος Σεμιόνοβιτς Σαχάρωφ), γεννήθηκε στίς
22 Σεπτεμβρίου 1896 στή Μόσχα τῆς τότε Ρωσσικῆς αὐτοκρατορίας καί ἦταν μέλος
9μελούς οἰκογένειας. Θεωρεῖται ὡς μία ἀπό τίς πλέον χαρισματικές μορφές τοῦ
μοναχισμοῦ κατά τόν 20ο αἰῶνα.
Ὁ Ὅσιος
ἀπό μικρή ἡλικία ἔδειχνε ἰδιαίτερη θεολογική κλίση. Στήν ἀρχή ἀσχολήθηκε μέ τήν
ζωγραφική, ἐνῶ ἀσχολήθηκε καί μέ τόν Βουδισμό καί τόν Ἰνδουϊσμό. Ὅταν
ἀπογοητεύθηκε ἀπό τήν φιλοσοφία τῶν ἀνατολικῶν θρησκειῶν, στράφηκε πρός τόν
Χριστιανισμό καί πιό συγκεκριμένα τήν Ὀρθοδοξία. Σέ ἡλικία 25 ἐτῶν μετακινήθηκε
στή Γαλλία προσπαθώντας νά βρεῖ ἐργασία ὡς ζωγράφος. Στήν Γαλλία κατάφερα νά
γίνει δεκτός στούς εἰκαστικούς κύκλους, ὅμως τελικά οὔτε αὐτό τόν γέμιζε, ὅπως
ὁ ἴδιος ἀργότερα ὁμολόγησε. «Ἤμουν στό
Παρίσι, τά εἶχα ὅλα, ζοῦσα μέ τόν καλλιτεχνικό κόσμο τοῦ Παρισιοῦ καί συμμετεῖχα
σέ ὅλες τίς ἐκδηλώσεις. Ὅμως τίποτα δέν μοῦ ἔδινε χαρά καί ἀνακούφιση. Μετά ἀπό
κάθε ἐκδήλωση τοῦ καλλιτεχνικοῦ κόσμου,
εἶχα μέσα μου κενό καί ἀγωνία. Ὁ λογισμός μου μοῦ ἔλεγε πώς κάτι πρέπει
νά κάμω, γιά νά φύγω ἀπό τό ἀδιέξοδο, πού μέ συνεῖχε. Ὅμως δέν ἔβρισκα λύση.
Ἕνα βράδυ, μετά ἀπό μία διασκέδαση, ἀνέβαινα στό σπίτι μου μέ σκυμμένο τό
κεφάλι καί ἀργό βῆμα. Ἔλεγα πώς αὐτή ἡ ζωή εἶναι βάναυση, εἶναι ἀνιαρή. Τότε
σκέφθηκα νά γίνω μοναχός, ὅμως ποῦ καί πῶς δέν εἶχα ἰδέα. Ἤμουν Ρῶσσος
ἐμιγκρέ-πρόσφυγας στή Γαλλία. Ἐκεῖ ὑπῆρχαν πολλοί Ρώσσοι, οἱ ὁποῖοι ἵδρυσαν τό
Θεολογικό Ἰνστιτοῦτο τοῦ Ἁγίου Σεργίου… Στό Ἰνστιτοῦτο τοῦ Ἁγίου Σεργίου ὅλοι
μιλοῦσαν γιά Θεό, ἀλλά Θεό δέν εἶδα, ἐνῶ ὅταν πῆγα στό Ἅγιον Ὄρος. κανείς δέν
μιλοῦσε γιά Θεό καί ὅλα ἔδειχναν τόν Θεό».
Σέ ἡλικία
29 ἐτῶν εἰσήχθη στό Ὀρθόδοξο Θεολογικό Ἰνστιτοῦτο στό Παρίσι. Μετά τό πέρας τῶν
σπουδῶν του ἔλαβε τήν ἀπόφαση νά μονάσει. Ἔτσι ἐγκαταστάθηκε στή Ρωσική Μονή
τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος στό Ἅγιον Ὄρος, το 1925. Τέσσερα ἔτη ἀργότερα γνώρισε τόν
Ἅγιο Σιλουανό τόν Ἀθωνίτη, ὁ ὁποῖος ἔγινε πμευματικός καθοδηγητής του. Στή
συνέχεια ἀναχώρησε γιά τά Καρούλια τοῦ Ἁγίου Ὄρους, τό 1938, γιά πιο μεγάλη
ἄσκηση. Τό 1948, ἔφυγε ἀπό τό Ἅγιον Ὄρος, γιά νά χειρουργηθεῖ στή Γαλλία ἐνῶ
ἐξέδωσε σέ βιβλίο τόν βίο τοῦ Ἁγίου Σιλουανοῦ, πού στό μεταξύ εἶχε κοιμηθεῖ.
τήν ἴδια ἐποχή ἐπισκέφθηκε καί τήν Μόσχα μετά ἀπό πολλά χρόνια καί ἔκτοτε εἶχε
πιό στενούς δεσμούς μέ τήν πατρίδα του. Το 1963, ἀναχώρησε ἀπό τό Ἅγιον Ὄρος
καί ἵδρυσε μία ἀδελφότητα, κτίζοντας παράλληλα καί τό μοναστήρι πού ἦταν
ἀφιερωμένο στόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Πρόδρομο στό Ἔσσεξ τῆς Ἀγγλίας. Ἐκεῖ ἔζησε μέ
προσευχή καί ἄσκηση μέχρι τήν ἡμέρα τῆς κοιμήσεώς του σέ ἡλικία 97 ἐτῶν, τό
1993.
Ἔλεγε
χαρακτηριστικά ὁ Ὅσιος: «Δέν γνωρίζω
Χριστό Ἕλληνα, Ρῶσσο, Ἄγγλο, Ἄραβα… Ὁ Χριστός εἶναι γιά μένα τό πᾶν, τό
ὑπερκόσμιο Εἶναι. Μόλις περιορίσουμε τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, μόλις τό
κατεβάσουμε στό ἐπίπεδο τῶν Ἐθνοτήτων, χάνουμε τό πᾶν καί βυθιζόμαστε στό
σκοτάδι. Τότε ἀνοίγει ὁ δρόμος πρός τό μῖσος ἀνάμεσα στά ἔθνη, πρός τήν ἔχθρα
μεταξύ τῶν κοινωνικῶν ὁμάδων… Ὁ Χριστός εἶναι ἄπειρος Θεός. Δέν σταυρώθηκε μόνο
γιά τούς πιστούς, ἀλλά γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους».
Τά
θεολογικά του ἔργα εἶναι:
Ὁ Ἅγιος
Σιλουανός ὁ Ἀθωνίτης.
Ἡ ζωή
Του, ἡ ζωή μου.
Ὀψόμεθα
τόμ Θεόν καθώς ἐστι.
Περί προσευχῆς.
Περί
Πνεύματος καί Ζωῆς.
Ἄσκησις
καί θεωρία.
Ἀγώνας
θεογνωσίας.
Γράμματα
στή Ρωσσία.
Τό
μυστήριο τῆς χριστιανικῆς ζωῆς. Οἰκοδομώντας
τόν ναό τοῦ Θεοῦ μέσα μας καί στούς ἀδελφούς μας.
|