Ἡ Ἁγία
Νεομάρτυς Λυδία γεννήθηκε στήν Ρωσσία στίς 20 Μαρτίου 1901 καί ἦταν κόρη ἱερέως
τῆς πόλεως Οὔφα, πού βρίσκεται στήν δυτική Σιβηρία. Ἀπό παιδί ἦταν εὐαίσθητη,
στοργική καί ἀγαπητή ἀπό ὅλους. Ἀποστρεφόταν τήν ἁμαρτία καί κάθε τί πού δέν
ἐπέτρεπε ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ. Μόλις τελείωσε τό παρθεναγωγεῖο στά δεκαεννέα της χρόνια,
παντρεύτηκε καί ἀμέσως ἔχασε τόν σύζυγό της στόν ἐμφύλιο πόλεμο μέ τήν
ἀναχώρηση τοῦ Λευκοῦ (τσαρικοῦ) Στρατοῦ.
Ἡ Λυδία
διορίσθηκε στήν δασονομική ὑπηρεσία καί τό 1926 μετατέθηκε στό τμῆμα ὑλοτομίας
τῆς περιοχῆς, ὅπου δούλευε κοντά στούς πιο χαμηλόμισθπυς ἐργάτες. Ἐδῶ ἦρθε
άμέσως σέ ἐπαφή μέ ἁπλούς ἀνθρώπους τοῦ ρωσσικοῦ λαοῦ, τούς ὁποίους σεβόταν
πολύ καί οἱ ὁποῖοι ἀνταποκρίθηκαν μέ τόν ἴδιο τρόπο. Στό γραφεῖο δέν ἀκούγονταν
πιά ἄσχημες κουβέντες, βρισιές καί καυγάδες. Τά πάθη εἶχαν ἐκλείψει καί οἱ
ἄνθρωποι ἔγιναν εὐγενικώτεροι μεταξύ τους. Αὐτό ὅμως ἔγινε ἀντιληπτό ἀπό τά
κομματικά ὄργανα. Παρακολούθησαν τήν
Λυδία, ἀλλά δέν ἀνακάλυψαν τίποτε ὕποπτο. Δέν πήγαινε καθόλου στίς ἐκκλησίες
πού εἶχαν νομιμοποιηθεῖ ἀπό τούς Μπολσεβίκους καί συμμετεῖχε ἀραιά καί
προσεκτικά σέ Ἀκολουθίες τῆς μυστικῆς Ἐκκλησίας «τῶν Κατακόμβων».
Ἡ Λυδία
συνελήφθη στίς 9 Ἰουλίου 1928. Οἱ μυστικές ὑπηρεσίες γιά ἀρκετό καιρό ἀναζητοῦσαν
μιά δακτυλογράφο πού ἐφοδίαζε τούς ἐργάτες τῆς δασονομικῆς ὑπηρεσίας μέ δακτυλογραφημένα
φυλλάδια πού περιεῖχαν βίους Ἁγίων, προσευχές καί συμβουλές παλαιῶν καί
συγχρόνων Ἱεραρχῶν τῆς Ἐκκλησίας. Ἔτσι ἀποκαλύφθηκε ἡ Λυδία. Δέκα ἡμέρες
ἀδιάκοπης ἀνακρίσεως δέν κατάφεραν νά κλονίσουν τήν Μάρτυρα. Πολύ ἁπλά ἀρνήθηκε
νά ἀποκαλύψει τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας τῶν Κατακομβῶν. Στίς 20 Ἰουλίου, ὁ
ἀνακριτής, ἔχοντας χάσει τήν ὑπομονή του, παρέδωσε τήν Λυδία στό εἰδικό τμῆμα
τῶν ἀνακρίσεων.
Ἡ
Νεομάρτυς βασανίσθηκε πολλή ὥρα. Ἀλλά οἱ βασανιστές ἐπινόησαν κάτι καινούργιο
γιά τήν Μάρτυρα:τήν ἠθική κακοποίηση. Ἦταν τέσσερεις. Κοιτάχθηκαν μεταξύ τους.
Χρειαζόταν καί ἕνας ἄλλος. Φώναξαν τόν φρουρό νά τούς βοηθήσει. Μόλις ὁ φρουρός, πού τόν ἔλεγαν Ἀτάεβ καί
εἶχε συγκλονισθεῖ ἡ ψυχή του ἀπό τό μαρτύριο τῆς Λυδίας, μπῆκε στό δωμάτιο καί
εἶδε τήν Λυδία, κατάλαβε τόν τρόπο τοῦ παραπέρα βασανισμοῦ της καί τόν δικό του
ρόλο σέ αὐτήν τήν ἀπάνθρωπη πράξη. Χωρίς καθόλου νά συνειδητοποιήσει τό τί ἔκανε, ὁ φρουρός τοῦ Ἐρυθροῦ Στρατοῦ
σκότωσε ἐπί τόπου μέ τό πιστόλι του τούς δύο βασανιστές πού στέκονταν μπροστά
του. Πρίν κιόλας ἀντηχήσει ὁ δεύτερος πυροβολισμός, ὁ τρίτος ἄνδρας, πού
στεκόταν ἀπό πίσω, σκότωσε τόν Ἀτάεβ. Καί οἱ δύο ἄνδρες πού εἶχαν ἐπιζήσει ἀπό
τόν πυροβολισμό μέ ὑστερικές κραυγές φόνευσαν τήν Νεομάρτυρα Λυδία.
|