Ὁ Ἅγιος
Ἑρμόλαος ἦταν ἱερεύς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Νικομήδειας. Κατά τήν πυρπόληση τοῦ ναοῦ
τῆς Νικομηδείας ἀπό τόν ἴδιο τόν αὐτοκράτορα Μαξιμιανό, τό ἔτος 304 μ.Χ., κατά
τήν ὁποία κάηκαν εἴκοσι χιλιάδες χριστιανοί († 29 Δεκεμβρίου), οἱ Ἅγιοι
Ἱερομάρτυρες Ἑρμόλαος, Ἑρμοκράτης καί Ἕρμιππος κατόρθωσαν νά διασωθοῦν καί
παρέμειναν κρυμμένοι σέ κάποιο δωμάτιο. Ὅμως ἀνακαλύφθηκαν καί φανερώθηκαν,
διότι ἐρωτηθείς ὁ Ἅγιος Παντελεήμων ἀπό τόν Μαξιμιανό, ποιός τοῦ δίδαξε τήν
χριστιανική πίστη, ὁ Ἅγιος ὁμολόγησε μέ παρρησία καί θάρρος, ὅτι ἦταν ὁ
Ἑρμόλαος, ἀφοῦ ὁ Ἅγιος Ἑρμόλαος φέρεται ὡς ὁ ἁλιεύσας εἰς Χριστόν τόν
Μεγαλομάρτυρα καί Ἰαματικό Παντελεήμονα καί ὁ διδάξας σ’ αὐτόν τόν κατά Χριστόν
ἰατρική. Στό Συναξάρι μάλιστα τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος μαρτυρεῖται ὁτι ὁ
Ἱερομάρτυς Ἑρμόλαος βάπτισε τόν Μεγαλομάρτυρα Παντελεήμονα καί χειραγώγησε
αὐτόν στήν χριστιανική πίστη. Γι’ αὐτό ἡ μνήμη του ἑορτάζεται, στό Συναξάρι τῆς
Κωνσταντινουπόλεως, τήν προηγούμενη ἡμέρα ἀπό ἐκείνη τοῦ πιό φημισμένου ἁγίου
ἰατροῦ, τοῦ Ἰαματικοῦ Παντελεήμονος, ἀφοῦ στήν εὐλάβεια τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας
οἱ ἅγιοι Παντελεήμων καί Ἑρμόλαος ἀποτελοῦν ἕνα ζεῦγος θεραπευτῶν πού
συνδέονται συχνά στά λειτουργικά κείμενα. Ὁ Ἅγιος
Ἑρμόλαος συνελήφθη μετά τῶν συμπρεσβυτέρων του Ἑρμοκράτου καί Ἑρμίππου. Καί οἱ
τρεῖς ὁμολόγησαν ἐνώπιον τοῦ Μαξιμιανοῦ τήν πίστη τους καί τήν λατρεία τους στόν
Θεό καί ἀποκεφαλίσθηκαν διά ξίφους. Τό ἱερό
λείψανο τοῦ Ἁγίου Ἑρμολάου μετακομίσθηκε στήν Βενετία σέ ἀνεξακρίβωτη περίοδο
ἀπό τήν Νικομήδεια, καί τοποθετήθηκε στόν ἐνοριακό ναό τοῦ Ἁγίου Συμεών τοῦ
Μεγάλου, στόν ὁποῖο φυλασσόταν ἤδη τό ἱερό λείψανο τοῦ Προφήτου Συμεών τοῦ
Θεοδόχου. Ὅπως ἀπέδειξε ὁ P. Chiesa, ἡ παρουσία τοῦ Πάθους τοῦ Μάρτυρος, πού
δημοσιεύεται στόν δεύτερο τόμο τοῦ Μαρκιανοῦ Leggendario (13ος αἰῶνας),
καθιστᾶ βάσιμο τόν ἰσχυρισμό, ὅτι τό ἱερό λείψανο πρέπει νά τεθεῖ ἀνάμεσα σ’
ἐκεῖνα πού ἔφθασαν στήν Βενετία τήν ἐποχή τῆς Λατινικῆς αὐτοκρατορίας στήν
Ἀνατολή. Ἀπό τίς
ἀρχές τοῦ 16ου αἰῶνος τό σκήνωμα τοῦ Ἁγίου τοποθετήθηκε ἐπάνω στήν
ἁγία Τράπεζα, τήν πρώτη τοῦ δεξιοῦ κλίτους, κατά τήν μετατροπή τοῦ ναοῦ πού
πραγματοποιήθηκε τό 1506 ἀπό τόν Giacomo Albini (ἤ Dalbin). Ἡ ἁγία Τράπεζα, σέ λομβαρδικό στυλ, περατώθηκε
τό 1521 καί ἡ σαρκοφάγος τοῦ Ἁγίου εἶναι ἀπό ἐπιχρυσωμένο μάρμαρο, διακοσμημένο
μέ δύο κορνιζωμένες μορφές ἀγγέλου πού περιστοιχίζουν τό ξύλινο ἄνοιγμα.
Ἀνάμεσα σέ θέματα ἀνθέων ὑπάρχει ἐπιγραφή στήν ὁποία ἀναγράφεται: «S. Hermolai martyr(is) cum aliis reliquiis ossa hic sumptus schole». Τό κάλυμμα τῆς ἀρχικῆς σαρκοφάγου τοῦ Ἁγίου, πού
χρονολογεῖται ἀπό τό ἔτος 1300 καί τόν παριστάνει δεμένο, εἶναι ἐνοιχισμένο
στήν ἁψίδα πού ἀνοίγεται πρός τά ἔξω στήν ἀριστερή πλευρά τοῦ ναοῦ.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν
ὡραιότητα.
Ἱερατεύσαντες,
γνησίως Ἅγιοι, τῷ πρυτανεύσαντι, ὑμῖν τά κρείττονα, τοῦ μαρτυρίου τήν ὁδόν,
ἠνύσατε γηθοσύνως, ἱερέ Ἑρμόλαε, σύν Ἑρμίππῳ Ἑρμόκρατες, τρίστυλον ἑδραίωμα,
Ἐκκλησίας γενόμενοι· διό ἐκδυσωπεῖτε ἀπαύστως, σώζεσθαι πάντας πάσης βλάβης.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ
Παρθένος σήμερον.
Ἱερεῖς
θεόφρονες, ὡς ἀληθῶς δεδειγμένοι, ἱερεῖα ἔμψυχα, προσήχθητε τῇ Τριάδι, ῥεύμασι,
τοῖς τῶν αἱμάτων πεφοινιγμένοι, στίγμασι, τοῖς ζωηφόροις πεποικιλμένοι, Ἑρμόλαε
θεοφόρε, σύν τῷ Ἑρμίππῳ καὶ Ἑρμοκράτει ὁμοῦ.
Μεγαλυνάριο.
Ἱερομαρτύρων
τριάς σεπτή, Ἑρμόλαε πάτερ, σύν Ἑρμίππῳ τῷ ἱερῷ, καί τῷ Ἑρμοκράτει, Τριάδι τῇ
Ἁγίᾳ, ὑπέρ ἡμῶν ἐντεύξεις, ἀεί προσφέρετε.
|